Πέμπτη 20 Φεβρουαρίου 2014

Πολιτικές συμμαχίες, διακυβέρνηση και λαϊκή δυναμική. Του Ταρπάγκου Ανέστη.

 http://www.kavalapress.gr/wp-content/themes/hellaspress/timthumb.php?src=/wp-content/uploads/2014/01/syriza-deh-660_36.jpg&h=330&w=660&a=c

Η εκλογική απογείωση του ΣΥΡΙΖΑ στις κοινοβουλευτικές αναμετρήσεις του Μαΐου - Ιουνίου 2012 ήταν αποτέλεσμα τριών θεμελιωδών παραγόντων:
 
α) Της οριστικής πολιτικής αποδόμησης και διάρρηξης του τριακονταετούς «κοινωνικού συμβολαίου» ανάμεσα στην πλειονότητα της εργατικής τάξης και στην ελληνική σοσιαλδημοκρατία.
β) Του μεγαλειώδους πανεργατικού απεργιακού κινήματος (Μάιος 2010 - Νοέμβριος 2011), των συνεχόμενων πανελλαδικών κινητοποιήσεων, του κινήματος των πλατειών κ.λπ.
γ) Της ανάδειξης από την πλευρά της ριζοσπαστικής Αριστεράς της προοπτικής της πολιτικής αριστερής διακυβέρνησης, μιας ασυμφιλίωτης αντίθεσης προς τις νεοφιλελεύθερες μεταλλάξεις, της ενωτικής απεύθυνσης στις δυνάμεις της ελληνικής Αριστεράς.
Η συνδυασμένη επενέργεια αυτών των τριών κοινωνικο-πολιτικών παραγόντων επέφερε τον εξαπλασιασμό της εκλογικής επιρροής της ριζοσπαστικής Αριστεράς και την ανάδειξή της στη θέση διεκδίκησης της πολιτικής διακυβέρνησης της χώρας. Εντούτοις, αν αυτή η εξέλιξη - τομή στη μεταπολιτευτική πολιτική ιστορία στάθηκε το «πρώτο άλμα» του ΣΥΡΙΖΑ, απέμενε η πραγματοποίηση του «δεύτερου άλματος» προς την κατάκτηση της πλειοψηφίας του λαϊκού κινήματος και την αντιστοίχισή της στο κοινοβουλευτικό επίπεδο. Ωστόσο διαπιστώνεται ότι στον ενάμιση και πλέον χρόνο που μεσολάβησε από την ανάδειξη του ΣΥΡΙΖΑ στην αξιωματική αντιπολίτευση και μέχρι αυτή την αρχή του 2014 δεν καταγράφηκε ούτε η πλειοψηφική διεύρυνση της εκλογικής εμβέλειας της ριζοσπαστικής Αριστεράς, ούτε η συνέχιση του πανεθνικού απεργιακού κινήματος. Βέβαια εκείνο που συνέβη ήταν το διπλό γεγονός: Αφενός της κατάκτησης της φαινομένης από όλες τις σφυγμομετρήσεις της κοινής γνώμης εκλογικής πρωτοκαθεδρίας του ΣΥΡΙΖΑ, η οποία ωστόσο εξ αιτίας των αντοχών της συντηρητικής παράταξης, αλλά και της σχετικής αναπαραγωγής των πολιτικών σχηματισμών της Κεντροαριστεράς, δεν διασφαλίζει την αναγκαία αυτοδύναμη κοινοβουλευτική πλειοψηφία. Αφετέρου, μπορεί στο εργατικό συνδικαλιστικό κίνημα να επήλθε την τελευταία διετία μια ορισμένη «κόπωση», σε συνδυασμό με την επίδραση της αλματώδους μεγέθυνσης της ανεργίας, ωστόσο πραγματοποιήθηκαν επιμέρους εργατικές κινητοποιήσεις, οι οποίες, παρ' όλη τη μερικότητά τους, εξασφάλισαν ευρεία κλαδική συμμετοχή.
Απέναντι σ' αυτή την ούτως ειπείν «στόμωση» τόσο της ανόδου της εκλογικής επιρροής του ΣΥΡΙΖΑ όσο και της σχετικής «στασιμότητας» των κινητοποιήσεων του λαϊκού παράγοντα, και με δεδομένη τη συνεχιζόμενη κοινωνική και οικονομική καταστροφή που επιφέρει το συνδυασμένο δίπολο «κρίση υπερσυσσώρευσης του κεφαλαίου - συνέχιση των μνημονιακών πολιτικών», καίρια προβάλει η αναγκαιότητα και η προοπτική της κατάληψης της πολιτικής διακυβέρνησης από τις δυνάμεις της ριζοσπαστικής Αριστεράς. Με δεδομένη τώρα την απροθυμία των άλλων αριστερών δυνάμεων να συμπράξουν στο αναγκαίο ενωτικό αριστερό εγχείρημα διακυβέρνησης, η προσοχή στρέφεται στο «αναγκαστικό» βήμα της σύναψης συμμαχιών με δυνάμεις της Κεντροαριστεράς (οι οποίες όμως ενέχονται με τον ένα ή τον άλλο τρόπο στην ψήφιση και εφαρμογή των Μνημονίων) ή της ενσωμάτωσής τους στο πολιτικό τόξο του ΣΥΡΙΖΑ (η περίπτωση της περιφέρειας Πελοποννήσου είναι προφανώς η «κορυφή του παγόβουνου»).
Και προφανώς, προκειμένου να υπηρετηθεί ένας τέτοιος πολιτικός προσανατολισμός, επιχειρείται η λείανση των γωνιών της αριστερής ριζοσπαστικής οικονομικής και κοινωνικής πολιτικής. Έτσι π.χ. ενώ θεμελιακή επιδίωξη του ΣΥΡΙΖΑ ήταν, και με αυτό διεύρυνε την εκλογική του επιρροή, η κατάργηση των Μνημονίων και άρα των συνοδευτικών τους εφαρμοστικών νόμων, σήμερα γίνεται λόγος μόνον για την αποκατάσταση του κατώτατου μισθού της ΕΓΣΣΕ. Ή με την αναγκαστική «προσαρμογή» στους κανόνες λειτουργίας της ζώνης του ευρώ και της υπερεθνικής καπιταλιστικής ολοκλήρωσης, τη στιγμή που αντικειμενικά τίθεται η αναγκαιότητα εναντίωσης στις ευρωπαϊκές Συνθήκες που δημιουργούν ασφυκτικούς όρους λειτουργίας της ελληνικής οικονομίας και υπηρετούν τις ανάγκες υπέρβασης της καπιταλιστικής κρίσης προς όφελος των δυνάμεων της αστικής τάξης.
Ένας τέτοιος προσανατολισμός των πολιτικών συμμαχιών και άμβλυνσης της ριζοσπαστικότητας της κυβερνητικής πολιτικής προφανώς αδυνατεί να ανταποκριθεί με ολοκληρωμένο τρόπο στην ικανοποίηση των εκρηκτικών λαϊκών αναγκών, στην αναπτυξιακή ανάταξη της παραγωγικής δραστηριότητας, της σχετικής απαλλαγής από τον βρόχο του δημοσίου χρέους και της συνεχούς αποπληρωμής των τοκοχρεολυσίων κ.ά. και άρα να υπηρετήσει τη «σωτηρία» με σαφές ταξικό, εργατικό, λαϊκό, αριστερό πρόσημο. Κατά συνέπεια, επιτακτική προβάλλει η αναγκαιότητα δρομολόγησης του «δευτέρου άλματος» της ριζοσπαστικής Αριστεράς προς την πολιτική κατάκτηση της λαϊκής κοινωνικής και δημοκρατικής κοινοβουλευτικής πλειοψηφίας. Και αυτό απαιτεί την «επιστροφή στις ρίζες» που γέννησαν το «πρώτο άλμα»: Δρομολόγηση μιας πολιτικής πορείας προς την οργάνωση και κινητοποίηση του λαϊκού εργατικού κινήματος (εργαζομένων στον ιδιωτικό και δημόσιο τομέα, ανέργων, νεολαίας, συνταξιούχων κ.λπ.) με στόχο την ανατροπή μέσα από τις αγωνιστικές κινητοποιήσεις της συγκυβέρνησης της κοινωνικής εγκληματικότητας. Μια τέτοια κατεύθυνση είναι θεμελιώδης προϋπόθεση για την συνεχή παρουσία του λαϊκού παράγοντα στο προσκήνιο, για την στήριξη ενός αριστερού κυβερνητικού μεταβατικού προγράμματος, για την ηγεμονία στα λαϊκά στρώματα, για την εξασφάλιση της πλειοψηφίας στον «λαό και στη Βουλή».

avgi.gr

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου