Πέμπτη 14 Νοεμβρίου 2013

Οταν το ψωμί λείπει από την κουζίνα…Του Λουκά Θανασέκου.

Ετοιμος για το παν
έτοιμος για όλους
Paul Eluard

Καλά, δεν διαβάσαμε Καντ, είναι Γερμανός, πού να ψάχνουμε τώρα. Αλλωστε μπορεί και να μας πρόσβαλε όταν έγραψε ότι «στην πλειονότητά τους τα ποιήματα του Ανακρέοντα είναι άνοστα». Μήπως όμως έχει δίκιο επειδή ακριβώς πρόκειται για «κουζίνα» που αφορά τους πολύ απαιτητικούς; Δεν μας πέφτει λόγος για να αποφανθούμε. Ομως την ίδια εποχή (1764) έγραψε επίσης κάτι που, αν «και» Γερμανός, έπρεπε να μας το έχουν σφυρίξει ώστε να λάβουμε τα μέτρα μας. Οτι δηλαδή «μια κότα είναι προτιμότερη από έναν παπαγάλο»!

Θα τον βαφτίζαμε μαρξιστή, πριν από τον Μαρξ, αλλά στις σελίδες και των δυο λέγεται ότι βούτηξε ο επίσης Γερμανός Μπρεχτ κι έγραψε σ’ ένα χαρτί: «Οι αποφάσεις που αφορούν το κρέας που λείπει από την κουζίνα δεν παίρνονται μέσα σ’ αυτήν» (1934).

Εμείς όμως μόλις που χαιρόμασταν την εποχή της εξάπλωσης των πραγμάτων, αδιάφοροι που αυτά αυξάνονταν ασύμμετρα προς τους ίδιους τους σκοπούς τους και το ίδιο αδιάφοροι που τα αποτελέσματά τους πολλαπλασιάζονταν παράλληλα με την εξαφάνιση των αιτίων τους. Τελικά, όλων εκείνων που δεν κατάφεραν να γεννήσουν ένα θετικό γεγονός. Ούτε που καταλάβαμε την απόφραξη και απορρύθμιση, την τετανοποίηση και αδράνεια. Ομως υπήρχε το αποσβησμένο σημάδι που δεν θα μπορούσε να ξεγελάσει ένα ιστορικό μάτι. Κι όταν κατέφτασε η χρηματοπιστωτική κρίση του 2008, επίψογα αμέριμνοι και παίζοντας -ήδη κορεσμένοι- με τον παπαγάλο στο σαλόνι, αψηφήσαμε την προειδοποίηση των, έως τότε, μη μοχθηρών εταίρων μας: «Ξυπνήστε, εσείς βρίσκεστε σε κρίση εδώ και πολύ καιρό» (Αλμούνια). Και αιχμάλωτοι της λαμπερής φενάκης των πρόσθετων γεισωμάτων και των παραστάδων των τραπεζών, που έδιναν την εντύπωση της ευστάθειας, μολονότι δεν στήριζαν τίποτα, μάθαμε, δυο χρόνια μετά, πως εφεξής θα εξαρτιόμαστε και θα σιτιζόμαστε από το ευρωπαϊκό εταιρικό κέτερινγκ παράλληλα με τις μολυσματικές συνέπειες της υπερχρέωσης, της ύφεσης και της ανεργίας.

Με θρησκευτική μεταμέλεια, γιατί ελπίζαμε στο θαύμα, παραδεχτήκαμε ότι η χώρα είχε εξελιχθεί (χωρίς να αγγίξουμε ποτέ τολμηρά την περίοδο 2004-2009) σε εκτροφείο πελατειακών σχέσεων, ότι το Δημόσιο είχε μετατραπεί σε χύτρα ταχύτητας που κατέρριπτε όλους τους κανόνες της θερμοδυναμικής. Τότε αναγνωρίσαμε στην πρόδηλη έλλειψη ηθικών αισθημάτων την άλλη όψη των εταίρων, ως μοχθηρών διαχειριστών τού υπέρ ημών συσταθέντος κέτερινγκ.

Ούτε που μάθαμε ότι το κεφάλαιο από το 1929 και εφεξής λειτουργεί και θα λειτουργεί πέρα από τις τελικότητές του. Απαντες όμως γνώριζαν ότι το όποιο χρέος βρίσκεται, εκ γενετής, σε δορυφορική τροχιά, αποτελεί αντικείμενο εξαγοράς, είναι απόντα κεφάλαια που κυκλοφορούν και που δεν είναι μεταθέσιμα στη σφαίρα της πραγματικής οικονομίας. Αν γινόταν να τα επανεισαγάγουμε στις οικονομίες παραγωγής, θα είχαμε αυτομάτως μια αληθινή καταστροφή – θα γεμίζαμε με παπαγάλους και τότε θα καταλαβαίναμε ότι δεν τρώγονται σαν κότες.

Και η πολιτική; Το πολιτικό δεν βρίσκεται στην πολιτική γιατί είναι αυτό που προσβάλλει ως λοίμωξη την οικονομία, ακόμη και την τέχνη. Με όρους απωθήσεων-επιστροφών μολύνθηκε και η κουλτούρα μας, περιφέροντας, εν ώρα κρίσης, μουσικές βιογραφίες θριάμβου όπως στο Μπαϊρόιτ αλλά στο Μπάντμιντον…

Η εκκωφαντική επικαιρότητα της λέξης «οικονομία» είχε ήδη φύγει από τον Μαρξ και τον Κέινς, είχε γίνει η αποδόμηση της αξίας, είναι και θα είναι το «μεγαλείο» μιας λέξης άνυδρης από ιδεολογίες, από τις κοινωνικές επιστήμες, παραδομένης σε εταιρείες και στην κερδοσκοπία του κέτερινγκ των εταίρων-δανειστών.

«Ο καθένας τα βάζει με τον εχθρό του» έγραφε ο Μαλρό το 1937 για τον ισπανικό εμφύλιο – εμείς με τους δανειστές μας. Η κυβέρνηση καταγίνεται στον ματαιόσχολο καλλωπισμό των δημοσιονομικών, κάνει κόντρες μετά την απειλή για λήψη νέων μέτρων, ψαρεύει άτεχνα στο κενό του χρέους, ξέρει ότι θα της προσφερθεί, ως έπαθλο, νέο δάνειο για να πιει το «αθάνατο νερό» η επιτήρηση. Η μείζων αντιπολίτευση, ένας μέτριος άγιος ούτε πολύ καλός ούτε πολύ κακός, στοχεύει καλύτερα στο δίδυμο χρέος/ανάπτυξη αλλά παραβλέπει ότι έτσι η επιτήρηση θα κάνει υπόγειους δεσμούς με την αιωνιότητα.

Αυτό που μεγαλώνει τα δεινά της φτώχειας είναι η περιφρόνησή της. Ο υπουργός Οικονομικών αστόχησε φρικτά αναγνωρίζοντας το «Μνημόνιο» ως το «μοναδικό πολιτικό κείμενο που βάζει συγκεκριμένους στόχους». Κι όμως ξέρει πως το «πολιτικό» είναι αυτό που οδήγησε στην τετανοποίηση της Πολιτικής Οικονομίας, αυτό που γέννησε τη Δια-οικονομία της κερδοσκοπίας.

Αν η «Κόλαση» του Αλιγκέρι (1300) και επτά αιώνες μετά η «Κόλαση» του Μπαρμπίς (1873-1935) διαβάζονται ακόμα και στη χλόη, το «Μνημόνιο», ως κείμενο οργάνωσης της απαισιοδοξίας και αποκλεισμού της ηθικής από την πολιτική, παροτρύνει όλους να αποφασίσουμε όχι για το κρέας που λέει ο Μπρεχτ, αλλά για το ψωμί που, τώρα και αυτό, λείπει από την κουζίνα…

 efsyn.gr

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου