ΤΟΥ ΦΡΑΓΚΙΣΚΟΥ ΚΟΥΤΕΝΤΑΚΗ*
Ένα από τα highlights της κοινοβουλευτικής συζήτησης για την πρόταση δυσπιστίας ήταν η ομιλία του υπουργού Οικονομικών, που χαρακτήρισε τον υπό κατάθεση Ενιαίο Φόρο Ακινήτων ως τον «πιο δίκαιο φόρο». Παραδοσιακά, η δικαιοσύνη ενός φόρου συνδέεται με την προοδευτικότητα. Το τελευταίο σημαίνει ότι οι πλουσιότεροι πληρώνουν υψηλότερους φόρους όχι μόνο ως απόλυτο μέγεθος, αλλά και ως ποσοστό της φορολογικής βάσης, επιβαρύνονται δηλαδή με υψηλότερο φορολογικό συντελεστή. Η προοδευτικότητα των φόρων δεν τεκμηριώνεται μόνο για ευνόητους λόγους δικαιοσύνης, αλλά και για λόγους αποτελεσματικότητας: σε συνθήκες οικονομικής ανισότητας και συγκέντρωσης του πλούτου σε λίγα χέρια αποδίδει περισσότερα έσοδα.
Ο προτεινόμενος Ενιαίος Φόρος Ακινήτων, που παρουσιάστηκε πρόσφατα, έχει τρία βασικά προβλήματα που όχι μόνο δεν τον καθιστούν προοδευτικό, αλλά, αντίθετα, του αποδίδουν στοιχεία αντίστροφης προοδευτικότητας, δηλαδή καταλήγει να επιβαρύνει τη μεγαλύτερη ακίνητη περιουσία με χαμηλότερο συντελεστή και τη μικρότερη περιουσία με υψηλότερο συντελεστή.
Το πρώτο πρόβλημα είναι πως δεν υπάρχει αφορολόγητο, επιβάλλεται φόρος από το πρώτο ευρώ ή, ακριβέστερα, από το πρώτο τετραγωνικό μέτρο ακίνητης περιουσίας. Μοναδική εξαίρεση τα πρώτα 150 τετραγωνικά για κτίσμα (και 500 για οικόπεδο) αν πρόκειται για τρίτεκνη οικογένεια με εισόδημα κάτω από 11.000 ευρώ. Η τήρηση ενός γενικού αφορολόγητου ορίου θα μπορούσε να καταστήσει το σύστημα προοδευτικό ακόμα και με σταθερό συντελεστή. Όμως η κυβέρνηση προτίμησε να το καταργήσει ακυρώνοντας ένα σημαντικό στοιχείο προοδευτικότητας.
Το δεύτερο πρόβλημα είναι ότι, πράγματι, πρόκειται για φόρο «ακινήτων» και όχι για φόρο «ακίνητης περιουσίας», αφού ως φορολογική βάση ορίζεται η αξία του κάθε τετραγωνικού και όχι το σύνολο της ακίνητης περιουσίας του φορολογούμενου. Φορολογείται δηλαδή κάθε ακίνητο ξεχωριστά χωρίς να παίζει κανέναν ρόλο ούτε το μέγεθος του κάθε ακινήτου ούτε και ο αριθμός των ακινήτων. Με άλλα λόγια, για κάθε δεδομένη αξία / τετραγωνικό ο φορολογικός συντελεστής είναι ο ίδιος είτε ο φορολογούμενος έχει ένα μικρό ακίνητο, είτε ένα μεγάλο ακίνητο, είτε πολλά ακίνητα. Είναι, βέβαια, προφανές ότι, από τη στιγμή που ο φορολογικός συντελεστής παύει να εξαρτάται από το συνολικό ύψος της ακίνητης περιουσίας, εξαφανίζεται και κάθε έννοια προοδευτικότητας.
Τα δύο παραπάνω προβλήματα απλώς στερούν την προοδευτικότητα του συστήματος. Το τρίτο -και πλέον χοντροκομμένο- την αντιστρέφει. Όπως προκύπτει από τα ποσά του βασικού φόρου ανά αξία τετραγωνικού, ο φορολογικός συντελεστής μειώνεται, αντί να αυξάνεται, με την αξία, τόσο στα κτίσματα όσο και στα οικόπεδα. Για να γίνουμε πιο συγκεκριμένοι, όσον αφορά τα κτίσματα, το τετραγωνικό των 500 ευρώ θα φορολογηθεί με συντελεστή 0,46%, ενώ το τετραγωνικό των 2.000 ευρώ θα φορολογηθεί με συντελεστή 0,23%, δηλαδή μόλις το μισό! Από εκεί και πάνω ο φορολογικός συντελεστής αρχίζει να αυξάνεται, αλλά δεν ξεπερνάει το 0,32% για ακίνητα αξίας 5.000 ευρώ / τετραγωνικό. Όσον αφορά τα οικόπεδα, τα πράγματα είναι ακόμα χειρότερα. Ο φορολογικός συντελεστής μειώνεται μέχρι την αξία οικοπέδου 100 ευρώ / τετραγωνικό, μετά αυξάνεται μέχρι αξία 1.000 ευρώ / τετραγωνικό, για να αρχίσει να μειώνεται πάλι για υψηλότερης αξίας «φιλέτα». Αποτελεί ίσως παγκόσμια πρωτοτυπία το γεγονός ότι ο φορολογικός συντελεστής της ελάχιστης φορολογικής βάσης είναι υψηλότερος από τον συντελεστή της μέγιστης φορολογικής βάσης.
Τέλος, αξίζει να υπενθυμίσουμε ότι πρόκειται για το δεύτερο σχέδιο φορολογίας ακινήτων μετά το πρώτο που είχε διαρρεύσει στις αρχές του χρόνου. Εκείνη η αρχική έκδοση ήταν κατά πολύ προοδευτικότερη και μάλλον αυτός ήταν και ο λόγος που μπήκε εσπευσμένα στο ψυγείο μετά τις αντιρρήσεις διακεκριμένων δεξιών βουλευτών που ανέλαβαν να υπερασπιστούν το κεκτημένο της φορολογικής ασυλίας των μεγαλοϊδιοκτητών. Αυτή η πρόσφατη προσπάθεια είναι κομμένη και ραμμένη στα μέτρα τους, αφού ικανοποιεί το πάγιο αίτημά τους να μην πληρώνουν τους φόρους που τους αναλογούν.
* Ο Φραγκίσκος Κουτεντάκης διδάσκει στο Οικονομικό Τμήμα του Πανεπιστημίου Κρήτης
avgi.gr
Ένα από τα highlights της κοινοβουλευτικής συζήτησης για την πρόταση δυσπιστίας ήταν η ομιλία του υπουργού Οικονομικών, που χαρακτήρισε τον υπό κατάθεση Ενιαίο Φόρο Ακινήτων ως τον «πιο δίκαιο φόρο». Παραδοσιακά, η δικαιοσύνη ενός φόρου συνδέεται με την προοδευτικότητα. Το τελευταίο σημαίνει ότι οι πλουσιότεροι πληρώνουν υψηλότερους φόρους όχι μόνο ως απόλυτο μέγεθος, αλλά και ως ποσοστό της φορολογικής βάσης, επιβαρύνονται δηλαδή με υψηλότερο φορολογικό συντελεστή. Η προοδευτικότητα των φόρων δεν τεκμηριώνεται μόνο για ευνόητους λόγους δικαιοσύνης, αλλά και για λόγους αποτελεσματικότητας: σε συνθήκες οικονομικής ανισότητας και συγκέντρωσης του πλούτου σε λίγα χέρια αποδίδει περισσότερα έσοδα.
Ο προτεινόμενος Ενιαίος Φόρος Ακινήτων, που παρουσιάστηκε πρόσφατα, έχει τρία βασικά προβλήματα που όχι μόνο δεν τον καθιστούν προοδευτικό, αλλά, αντίθετα, του αποδίδουν στοιχεία αντίστροφης προοδευτικότητας, δηλαδή καταλήγει να επιβαρύνει τη μεγαλύτερη ακίνητη περιουσία με χαμηλότερο συντελεστή και τη μικρότερη περιουσία με υψηλότερο συντελεστή.
Το πρώτο πρόβλημα είναι πως δεν υπάρχει αφορολόγητο, επιβάλλεται φόρος από το πρώτο ευρώ ή, ακριβέστερα, από το πρώτο τετραγωνικό μέτρο ακίνητης περιουσίας. Μοναδική εξαίρεση τα πρώτα 150 τετραγωνικά για κτίσμα (και 500 για οικόπεδο) αν πρόκειται για τρίτεκνη οικογένεια με εισόδημα κάτω από 11.000 ευρώ. Η τήρηση ενός γενικού αφορολόγητου ορίου θα μπορούσε να καταστήσει το σύστημα προοδευτικό ακόμα και με σταθερό συντελεστή. Όμως η κυβέρνηση προτίμησε να το καταργήσει ακυρώνοντας ένα σημαντικό στοιχείο προοδευτικότητας.
Το δεύτερο πρόβλημα είναι ότι, πράγματι, πρόκειται για φόρο «ακινήτων» και όχι για φόρο «ακίνητης περιουσίας», αφού ως φορολογική βάση ορίζεται η αξία του κάθε τετραγωνικού και όχι το σύνολο της ακίνητης περιουσίας του φορολογούμενου. Φορολογείται δηλαδή κάθε ακίνητο ξεχωριστά χωρίς να παίζει κανέναν ρόλο ούτε το μέγεθος του κάθε ακινήτου ούτε και ο αριθμός των ακινήτων. Με άλλα λόγια, για κάθε δεδομένη αξία / τετραγωνικό ο φορολογικός συντελεστής είναι ο ίδιος είτε ο φορολογούμενος έχει ένα μικρό ακίνητο, είτε ένα μεγάλο ακίνητο, είτε πολλά ακίνητα. Είναι, βέβαια, προφανές ότι, από τη στιγμή που ο φορολογικός συντελεστής παύει να εξαρτάται από το συνολικό ύψος της ακίνητης περιουσίας, εξαφανίζεται και κάθε έννοια προοδευτικότητας.
Τα δύο παραπάνω προβλήματα απλώς στερούν την προοδευτικότητα του συστήματος. Το τρίτο -και πλέον χοντροκομμένο- την αντιστρέφει. Όπως προκύπτει από τα ποσά του βασικού φόρου ανά αξία τετραγωνικού, ο φορολογικός συντελεστής μειώνεται, αντί να αυξάνεται, με την αξία, τόσο στα κτίσματα όσο και στα οικόπεδα. Για να γίνουμε πιο συγκεκριμένοι, όσον αφορά τα κτίσματα, το τετραγωνικό των 500 ευρώ θα φορολογηθεί με συντελεστή 0,46%, ενώ το τετραγωνικό των 2.000 ευρώ θα φορολογηθεί με συντελεστή 0,23%, δηλαδή μόλις το μισό! Από εκεί και πάνω ο φορολογικός συντελεστής αρχίζει να αυξάνεται, αλλά δεν ξεπερνάει το 0,32% για ακίνητα αξίας 5.000 ευρώ / τετραγωνικό. Όσον αφορά τα οικόπεδα, τα πράγματα είναι ακόμα χειρότερα. Ο φορολογικός συντελεστής μειώνεται μέχρι την αξία οικοπέδου 100 ευρώ / τετραγωνικό, μετά αυξάνεται μέχρι αξία 1.000 ευρώ / τετραγωνικό, για να αρχίσει να μειώνεται πάλι για υψηλότερης αξίας «φιλέτα». Αποτελεί ίσως παγκόσμια πρωτοτυπία το γεγονός ότι ο φορολογικός συντελεστής της ελάχιστης φορολογικής βάσης είναι υψηλότερος από τον συντελεστή της μέγιστης φορολογικής βάσης.
Τέλος, αξίζει να υπενθυμίσουμε ότι πρόκειται για το δεύτερο σχέδιο φορολογίας ακινήτων μετά το πρώτο που είχε διαρρεύσει στις αρχές του χρόνου. Εκείνη η αρχική έκδοση ήταν κατά πολύ προοδευτικότερη και μάλλον αυτός ήταν και ο λόγος που μπήκε εσπευσμένα στο ψυγείο μετά τις αντιρρήσεις διακεκριμένων δεξιών βουλευτών που ανέλαβαν να υπερασπιστούν το κεκτημένο της φορολογικής ασυλίας των μεγαλοϊδιοκτητών. Αυτή η πρόσφατη προσπάθεια είναι κομμένη και ραμμένη στα μέτρα τους, αφού ικανοποιεί το πάγιο αίτημά τους να μην πληρώνουν τους φόρους που τους αναλογούν.
* Ο Φραγκίσκος Κουτεντάκης διδάσκει στο Οικονομικό Τμήμα του Πανεπιστημίου Κρήτης
avgi.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου