Κυριακή 14 Ιουλίου 2013

ΣΥΡΙΖΑ, ΔΗΜ.ΑΡ. και ΚΚΕ. Του Σεβαστάκη Δημήτρη

Το Συνέδριο του ΣΥΡΙΖΑ αποτελεί μια απόπειρα ποιοτικοποίησης των κατ' αρχήν ποσοτικών χαρακτηριστικών που τον συνέθεσαν ταχύτατα και ορμητικά. Η πολιτική πύκνωση είναι το ένα σκέλος του μεγάλου διαβήματος που επιχειρεί. Εν τούτοις, κατά τη γνώμη μου, πρέπει να επιχειρήσει πιο συγκροτημένα και την αμφίπλευρη διεύρυνση, συγχρόνως με την εμβάθυνση που αποπειράται. Όχι μόνο για να βγει από το «μπουκάλι» του 27% (το οποίο, αν αποκτήσει ποιοτικά χαρακτηριστικά είναι ένα καταπληκτικό και ηγεμονικό ποσοστό - πιθανόν, βέβαια, όχι αρκετό για τους μέλλοντες κρατικούς παράγοντες). Αλλά γιατί ο ιστορικός ρόλος, η πολιτική αντοχή και η αποτελεσματικότητα πληρούνται μόνο αν βρεθούν οι εσωτερικές συνδέσεις με τις δύο μεγάλες (και σε κρίση ευρισκόμενες) αριστερές παραδόσεις: την ηθική και ριζοσπαστική σοσιαλδημοκρατία και την κομμουνιστογενή ζώνη.Το ευρύ αυτό πεδίο δημιουργεί μια νέα μεγάλη πολιτική ενδοχώρα, απαραίτητη για τις συνθήκες πολέμου στις οποίες θα δράσει η Αριστερά. Ναι, και οι δύο πλευρές της αριστερής αφήγησης έχουν βαθύ πρόβλημα προσανατολισμού και τεκμηρίωσης άρα είναι δυνατή μια συνεργατική απόπειρα.
Μια Αριστερά που αναπτύσσεται «φυσιολογικά», από τις παρυφές της αποδομούμενης (μαζί με το αστικό κράτος, τους θεσμούς και τις πρόνοιές του) σοσιαλδημοκρατίας μέχρι την κομμουνιστογενή παράδοση, θεωρείται ανοησία στον τόπο μας. Είναι σίγουρο ότι για όλους του ενοίκους του αριστερού διαβήματος η υπόθεση του ενιαίου Συνασπισμού του '90 έχει κάτι το τραυματικό. Εκεί η μεγάλη σύνθεση έγινε δυνατή και λόγω της ολικής ανασφάλειας από την πτώση της Σοβιετικής Ένωσης. Έτσι, σήμερα, πολλοί απ' τους ενοίκους του αριστερού οίκου θέτουν ως προϋπόθεση της δικής τους ταυτότητας την έκλειψη του άλλου ή μια αόριστη σούπα για να χωράει τους πάντες και να μην ενοχλεί κανέναν. Κάτι τέτοιο μοιάζει ξεπερασμένο.
Ο ΣΥΡΙΖΑ εκ των πραγμάτων φαίνεται ότι υλοποιεί μια σύνθεση που αγγίζει τα όρια του εξωπραγματικού. Οι περισσότερες αριστερές παραδόσεις συγκατοικούν στο εσωτερικό του και γενικώς πειθαρχούν. Κάποιοι (έστω) με την προσδοκία της εξουσίας, κάποιοι που συσπειρώνονται από ανασφάλεια, κάποιοι από αδιευθέτητη οργή, κάποιοι γιατί ήδη ήταν μέσα κ.λπ. φτιάχνεται κουτσά - στραβά μια σύνθεση, μια υποτυπώδης και σχετικά ελπιδοφόρα συνάρτηση. Γιατί τότε να τεθεί ως αίτημα η διεύρυνση, κάτι που μοιάζει ιδρυτικά αδύναμο; Και μάλιστα με πολλά παράγωγα, δευτερογενή προβλήματα (όπως τις αμοιβαίες συγκρούσεις και τις ζήλιες);
Η ίδια η δομή της αμφίπλευρης διεύρυνσης ανασυγκροτεί τον ΣΥΡΙΖΑ ως ένα είδος πατρικού σχήματος στον χώρο της Αριστεράς, ως ένα είδος ενεργού κελύφους που θα χωρέσει τους κομμουνιστές, τους αριστεριστές, τους ριζοσπάστες, τους τέως ΠΑΣΟΚους, τους σοσιαλδημοκράτες σε ένα νέο ιστορικό ενέργημα. Ε αυτό το συγκεφαλαιωτικό, γενετικό σχήμα πρέπει να υπάρξει. Γιατί εάν η διεύρυνση νοηθεί ως «συγκόλληση» με το ΚΚΕ και τη ΔΗΜ.ΑΡ. (ή απλή, επιθετική απορρόφηση), τότε δεν θα έχει ενεργά πολιτικά στοιχεία, δεν θα ευρύνει τα θεωρησιακά χαρακτηριστικά της νέας Αριστεράς, αλλά θα αναπαράγει τις δυσανεξίες της εκβιασμένης συνύπαρξης και των αέναων διαπραγματεύσεων. Ειδικά όσο τα εσωτερικά των κομμάτων εξακολουθούν να έχουν την αυτοαναφορικότητα και την αυτοσυντήρηση που διαπιστώνει το στοιχειωδώς ανεξίθρησκο μάτι.
Το ΚΚΕ, άλλωστε, αποκλείεται να δεχτεί - αφού η διακριτή και μοναχική του οντότητα είναι η ίδια η επιτομή της ρητορικής του. Και παρ' όλο που στο υπόστρωμα της ανάλυσής του (η οποία έχει επιβεβαιωθεί σε αρκετά σημεία) για τον δομικό χαρακτήρα της συστημικής κρίσης συναντάει πολλές από τις θέσεις του ΣΥΡΙΖΑ, εν τούτοις ένας πολιτικός αριστοκρατισμός και η κουλτούρα της avant- garde, που κουβαλάει ως ιστορικό κληροδότημα, δεν του επιτρέπει, αυτή τουλάχιστον την περίοδο, να συνομιλήσει.
Η ΔΗΜ.ΑΡ., επίσης, αντιμετωπίζει σοβαρό στρατηγικό πρόβλημα. Ούτως ή άλλως απομακρύνθηκαν οι συντηρητικοί πολίτες που στεγάζονταν παροδικά στην πιο σικ εκδοχή του συστήματος (όπως θεωρούσαν την κυβερνητική ΔΗΜ.ΑΡ.), οι διαρροές προς τον ΣΥΡΙΖΑ έχουν ολοκληρωθεί, ο «μεταρρυθμιστικός» πόλος και ο πόλος του «υψηλού κρατισμού» (τα στελέχη δηλαδή που έχουν άμεση εμπλοκή με το κράτος και τις δομές εξουσίας και που πρέπει πάση θυσία να στεγάζονται σε κυβερνητική ομάδα) επίσης απομακρύνονται προς το ΠΑΣΟΚ, άρα μένει το ψαχνό της παράδοσης της «ΕΑΡ» ως συνεργατικό επίδικο. Αυτό το υψηλού ιδεολογικού επιπέδου σώμα μπορεί να αυταδρανοποιηθεί παρά να ενσωματωθεί άτσαλα. Η συγκολλητική, λοιπόν, διαδικασία ως μορφή της αμφίπλευρης διεύθυνσης δεν είναι παραγωγική.
«Οι νόμοι της οικονομίας είναι σαν τους νόμους της μηχανικής. Το ίδιο σύνολο νόμων λειτουργεί παντού». Η ψευδαίσθηση μιας καθολικής τάξης, όπως αυτή του οικονομολόγου της Παγκόσμιας Τράπεζας, Λόρενς Σάμερς, φαίνεται ότι εκφράζει και συμπυκνώνει αυτό που ήδη συμβαίνει: ο ολικός πόλεμος, οι όροι ισχύος, δεν επιτρέπουν καμία ρύθμιση με όρους ανοχής και δικαίου. Η ηθική σοσιαλδημοκρατία λοιπόν δεν υφίσταται. Είναι σίγουρο ότι ακριβώς επειδή ιδιωτικοποιείται και «πολεμικοποιείται» ραγδαία, κάθε πεδίο κοινωνικής παροχής, κράτους δικαίου, συνεκτίμησης των συλλογικών επιθυμιών κ.λπ. δεν φαίνεται να υπάρχουν περιθώρια ανασύνθεσης μιας ηθικής σοσιαλδημοκρατίας εκτός κι αν αυτή ταχύτατα φιλελευθεροποιηθεί (όπως συμβαίνει με το ΠΑΣΟΚ) ή ριζοσπαστικοποιηθεί, όπως συμβαίνει με τις διάφορες πασοκογενείς ομάδες και ένα μέρος του κόσμου τους που ρέουν στον ΣΥΡΙΖΑ.
Εδώ θα τοποθετούσα ένα τριπλό στρατηγικό πρόβλημα: της ΔΗΜ.ΑΡ. (που συντάσσεται πάνω στην παράδοσή της εξελληνισμένης σοσιαλδημοκρατίας), του ΚΚΕ (που συγκροτείται σε ανταγωνιστική αναφορά προς την σοσιαλδημοκρατία, αλλά στο θεσμικό πεδίο που αυτή καθόρισε), αλλά, νομίζω, σε μικρότερο βαθμό και του ίδιου του ΣΥΡΙΖΑ (που έχει ενσωματώσει ένα τμήμα της αλλά και πολλά στοιχεία της εκφώνησής της και της αξιωματικής της). Η κρίση της κυβέρνησης που απομάκρυνε την ΔΗΜ.ΑΡ., που συγγράφει το "success story", κ.λπ., δεν ήταν κρίση συμπεριφορών, πρωτοκόλλου ή συμβεβλημένων ορίων. Η κρίση είναι πολιτικού, συγκροτησιακού χαρακτήρα, αφού ιδιωτικοποιούμενο το κράτος, ως μηχανισμός διανομής πλούτου, συμπιέζεται και γίνεται πιο αδύναμο, συγκεντρωτικό και λιγότερο διανεμητικό. Δεν έχει δηλαδή τα περιθώρια διασποράς κεφαλαίου, αγοράς πολιτικού χρόνου και κοινού. Δεν έχει τις πολυτέλειες της αναπαραγωγής του. Αυτό το άγονο πολιτικό υπόστρωμα καθιστά πολύ δύσκολο το εγχείρημα της πολλαπλής διεύρυνσης της Αριστεράς (αφού διαλύει τις ιδεολογικές προϋποθέσεις της), αλλά και της κυβερνητικής δυνατότητας (αφού εξαφανίζει τους πόρους) . Εκτός κι αν κάποιοι πιστεύουν ότι η εύνοια της στιγμής θα τα κάνει όλα μόνη της.
* Ο Δημήτρης Α. Σεβαστάκης είναι ζωγράφος, αν. καθηγητής ΕΜΠ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου