Συνέντευξη του Γιάννη Δραγασάκη στην εφημερίδα “Επενδυτής”
1. Πώς αξιολογείτε την έκβαση του θρίλερ με την ΕΡΤ και τις σχέσεις των εταίρων της συγκυβέρνησης;
Οι εξελίξεις είναι αποκαλυπτικές. Είναι πλέον προφανές ότι η κυβέρνηση επεδίωκε να κερδίσει χρόνο, και σ’ αυτό συμφωνούσαν και οι τρεις. Μιλούσαν για επιτυχίες και success story, ενώ, όπως αποκαλύφθηκε, συζητούσαν οδυνηρά μέτρα για την κοινωνία και νέα μνημόνια.
Τώρα αυτός ο σχεδιασμός έχει καταρρεύσει και έχει δώσει τη θέση του σε μια πολιτική παρασκηνίων που παράγει νέες εστίες κρίσης. Μετά την ουσιαστική ακύρωση με τις Πράξεις Νομοθετικού Περιεχομένου του Κοινοβουλίου, ενέπλεξαν και κορυφαίους θεσμούς της δικαιοσύνης σε ρόλο διαιτητή στην επίλυση των ενδοκυβερνητικών αντιθέσεων, ενός προβλήματος δηλαδή αμιγώς πολιτικού.
Ζούμε, λοιπόν, μια κυβερνητική κρίση διαρκείας. Και η έκβαση αυτής της υπόθεσης, όποια και αν είναι, το πιθανότερο είναι ότι θα την επιδεινώσει. Μου προκαλεί εντύπωση προσωπικά η στάση των κυρίων Βενιζέλου και Κουβέλη, αφού ο μόνος τρόπος για να ξαναμπούν στη Βουλή είναι το να τηρήσουν μια στάση αρχών έστω σ’ αυτό το ζήτημα.
2. Ποια είναι η θέση σας για την ΕΡΤ, τώρα, με βάση την απόφαση του ΣτΕ, και ποια η πρότασή σας για τη δημόσια τηλεόραση γενικά; Τι θα κάνατε ως κυβέρνηση με τους 2.500 εργαζόμενους της ΕΡΤ;
Πρέπει να ακυρωθεί το λάθος, να ακυρωθεί η πράξη Νομοθετικού περιεχομένου και οι συνέπειές της. Στη βάση αυτή μπορούμε να συζητήσουμε τα πάντα. Όχι μόνο για τα συσσωρευμένα προβλήματα αλλά και για τις δυνατότητες. Διότι η τηλεόραση κρύβει τεράστιες δυνατότητες και για την αναζωογόνηση της Δημοκρατίας και για τον πολιτισμό, ακόμη και για την οικονομική ανάπτυξη, αφού η χώρα μας, για λόγους πολλούς, θα μπορούσε να φιλοδοξήσει να γίνει ένα διεθνές κέντρο παραγωγής πολιτισμού.
Το ζητούμενο λοιπόν είναι πώς θα απελευθερώσουμε αυτές τις δυνατότητες και πώς αυτές θα υπηρετήσουν ένα νέο υπόδειγμα κοινωνικής, πολιτισμικής και οικονομικής ανάπτυξης. Και σ’ αυτό μπορούν να έχουν διακριτό ρόλο και δημόσιοι και ιδιωτικοί και κοινωνικοί τηλεοπτικοί φορείς.
Η επιστροφή λοιπόν στην πριν από την Πράξη Νομοθετικού Περιεχομένου κατάσταση είναι αναγκαία όχι για να διατηρήσουμε την εν λόγω κατάσταση αλλά για να την αλλάξουμε με δημοκρατικά μέσα, σε προοδευτική και αναπτυξιακή κατεύθυνση, με σεβασμό στους εργαζόμενους και αξιοποίηση των ικανοτήτων και των εμπειριών τους.
3. Ίσως έχετε κουραστεί ν’ απαντάτε στο ερώτημα, αλλά τα νέα δεδομένα -ο «πόλεμος» ΔΝΤ- Ε.Ε. για τα «λάθη» του μνημονίου, η εξέλιξη με τη ΔΕΠΑ- το επικαιροποιούν: Τι θα κάνει με το μνημόνιο μια κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ; Θα το καταγγείλει, θα το αναδιαπραγματευτεί;
Υπάρχουν πολλοί τρόποι να πει κανείς το ίδιο πράγμα. Η ουσία είναι ότι το μνημόνιο πρέπει να αντικατασταθεί από ένα σχέδιο ανόρθωσης της κοινωνίας και ανασυγκρότησης της οικονομίας με όρους δικαιοσύνης και αλληλεγγύης. Και αυτό ακριβώς έχει δεσμευθεί και θα κάνει μια κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ-ΕΚΜ.
Σε ό,τι αφορά το ΔΝΤ σημασία δεν έχει μόνο τι λέει αλλά και τι πράττει. Διότι ενώ στα λόγια λέει ‘κάναμε λάθος’, στην πράξη ζητά τη συνέχιση του λάθους. Οι ομολογίες του ΔΝΤ έχουν αξία στο βαθμό που μπορούν να συμβάλουν για την ανατροπή της μνημονιακής πολιτικής.
4. Πώς εκτιμάτε ότι θα εξελιχθεί αυτός ο «πόλεμος», που τελικά σχετίζεται με τη βιωσιμότητα του χρέους; Θα υποχωρήσει η γερμανική ηγεσία στις πιέσεις για νέα ελάφρυνση ή νέο δανεισμό, όπως ζητάει το ΔΝΤ ή εκτιμάτε ότι η αντιπαράθεση θα καταλήξει σε αποχώρηση του ΔΝΤ από την Ευρώπη;
Οι προβλέψεις δεν είναι εύκολες διότι στην αντίθεση αυτή υπεισέρχονται πολλοί και ευρύτεροι παράγοντες. Το θέμα όμως δεν είναι τι κάνουν οι άλλοι αλλά ποιο είναι το δικό μας σχέδιο, η δική μας στρατηγική.
Είναι εγκληματική η στάση των ελληνικών κυβερνήσεων οι οποίες δεν έθεσαν εξαρχής το θέμα του «κουρέματος» και της βιωσιμότητας του ελληνικού χρέους ως προϋπόθεση του όποιου προγράμματος προσαρμογής, πράγμα που έρχεται σήμερα να αναγνωρίσει και το ΔΝΤ. Το ίδιο επαναλαμβάνεται από την κυβέρνηση του κ. Σαμαρά η οποία, χωρίς να διεκδικεί τίποτε το συγκεκριμένο, περιμένει παθητικά «κάποια» πρωτοβουλία της γερμανικής πλευράς μετά τις εκλογές του Σεπτεμβρίου. Ο κ. Σαμαράς, για να κερδίζει χρόνο, καλλιεργεί ψεύτικες ελπίδες, αφού γνωρίζει ότι η όποια γερμανική πρωτοβουλία θα αφορά νέα μέτρα και νέα μνημόνια της μιας ή της άλλης μορφής.
Ωστόσο, το κρίσιμο είναι η συζήτηση για το πρόβλημα του χρέους να εντάσσεται σε μια στρατηγική αλλαγής πολιτικής και όχι συνέχισης της πολιτικής των μνημονίων, ενδεχομένως σε άλλο περιτύλιγμα.
Μια τέτοια πολιτική μπορεί να υπηρετηθεί με έναν συνδυασμό μέτρων που θα αφορούν στην απομείωση του συνολικού χρέους, στη μείωση των επιτοκίων και στη διεκδίκηση της λεγόμενης ρήτρας ανάπτυξης.
Επιτρέψτε μου να επισημάνω την κρισιμότητα αυτού του τρίτου στοιχείου. Η ρήτρα ανάπτυξης είναι μια συνθήκη που επιτρέπει στην οφειλέτρια χώρα να εξυπηρετεί το χρέος της ανάλογα με την ονομαστική αύξηση του εθνικού της εισοδήματος, που σημαίνει ότι αν δεν υπάρξει μεγέθυνση δεν θα εξυπηρετείται το χρέος.
5. Στο πρόγραμμά σας αναφέρεστε συχνά στην ανάγκη μιας πολυδιάστατης οικονομικής και επενδυτικής διπλωματίας, με αξιοποίηση δυνάμεων εκτός Ε.Ε., όπως οι BRICS. Ωστόσο, η περίπτωση της ρωσικής στάσης στη ΔΕΠΑ, όπως και στην Κύπρο νωρίτερα, δείχνει ότι τα πράγματα είναι πιο περίπλοκα…
Ο στρατηγικός στόχος μας είναι η αλλαγή των δεδομένων σε Ελλάδα και Ευρώπη και όχι η παθητική προσαρμογή σ’ αυτά.
Στο πλαίσιο αυτής της στρατηγικής αναπτύσσουμε τη δράση μας για μια ευρεία συμπαράταξη λαών και κινημάτων στο Νότο και το Βορρά ενάντια στη λιτότητα και την σημερινή αρχιτεκτονική της Ευρώπης. Η πολυδιάστατη εξωτερική πολιτική είναι μέρος αυτής της στρατηγικής που δεν είναι συγκυριακή αλλά μακρόπνοη. Πολυδιάστατη εξωτερική πολιτική δεν σημαίνει να αλλάξουμε αφεντικά και εξαρτήσεις αλλά να διευρύνουμε τις επιλογές μας. Δεν σημαίνει επίσης εύκολες ή μαγικές λύσεις αλλά μια στρατηγική που αξιοποιεί όλες τις δυνατότητες και τα πλεονεκτήματα που διαθέτουμε: οικονομικά, γεωστρατηγικά και πολιτισμικά, καθώς και όλες τις αντιθέσεις και τις αλληλεξαρτήσεις του σημερινού κόσμου.
6. Είναι γνωστή η θέση του κόμματός σας ότι το success story της κυβέρνησης Σαμαρά εξελίσσεται σε disaster story. Ωστόσο, μέχρι στιγμής η κυβέρνηση φαίνεται να είχε εξασφαλίσει πολιτική και κοινωνική ανοχή. Εκτιμάτε ότι μετά και την υπόθεση της ΕΡΤ έχει ανατραπεί αυτό;
Ναι, μετά την ΕΡΤ τίποτε δεν είναι όπως πριν. Η εικόνα της πολιτικής και κοινωνικής ανοχής αποδείχθηκε ήδη εξαιρετικά απατηλή και εύθραυστη. Θα έλεγε κανείς ότι όχι μόνο η ελληνική κοινωνία αλλά όλες οι κοινωνίες, που υφίστανται τις συνέπειες άνισων και άδικων πολιτικών, περιμένουν την αφορμή για να εκδηλώσουν την οργή τους και την απαίτησή τους για αλλαγή πολιτικής.
7. Μήπως η κοινή γνώμη έχει κατά κάποιον τρόπο ξεπεράσει την αντίθεση «μνημόνιο- αντιμνημόνιο», και ότι, έστω από μοιρολατρία, δεν περιμένει την κατάργησή του και συμβιβάζεται με την ιδέα μιας ανεκτής διαχείρισής του;
Η «κοινή γνώμη», στην οποία αναφέρεσθε, κατά το 1/3 τουλάχιστον είναι άνεργη. Το άλλο 1/3 ζει σε συνθήκες ανέχειας και ανασφάλειας, χωρίς να σημαίνει ότι και μεγάλο μέρος του υπόλοιπου πληθυσμού δεν υφίσταται ήδη ή δεν απειλείται από τις συνέπειες της σημερινής πολιτικής. Η κοινωνία λοιπόν στα 2/3 της δεν μπορεί να συμβιβασθεί με μια κατάσταση που πλήττει την ίδια την ύπαρξή της και καθιστά σκοτεινό το μέλλον της.
Το ζήτημα είναι λοιπόν να αρχίσουμε ως κοινωνία να συζητούμε όχι μόνο το πώς θα απαλλαγούμε από τα μνημόνια αλλά και πώς από αυτά θα περάσουμε σε μια φάση οικονομικής ανασυγκρότησης με όρους κοινωνικής δικαιοσύνης, αλληλεγγύης και οικολογικής προστασίας. Διότι ναι μεν η κρίση που αντιμετωπίζουμε επιδεινώθηκε με τα μνημόνια αλλά υπήρχε και πριν από αυτά. Επομένως το τέλος των μνημονίων είναι μόνο η αρχή και όχι το τέλος της λύσης.
8. Εφόσον επιμένετε στην καταγγελία του μνημονίου, το οποίο ωστόσο έχει στο μεταξύ επισωρεύσει μια ύφεση τουλάχιστον 20% και μια ανεργία κοντά στο 30%, πιστεύετε ότι το οικονομικό σας πρόγραμμα μπορεί να επουλώσει αυτές τις τεράστιες πληγές, και σε τι χρονικό ορίζοντα;
Η συνέχιση της πολιτικής των μνημονίων εγγυάται όχι την επούλωση αλλά το βάθεμα των κοινωνικών πληγών. Διότι, εκτός από τις άμεσες συνέπειες, η πολιτική των μνημονίων καταστρέφει και τις δυνατότητες της μελλοντικής ανάπτυξης. Για παράδειγμα η παρατεταμένη ύφεση καταστρέφει την κοινωνική ασφάλιση, καθώς και το παραγωγικό κεφάλαιο της χώρας και μειώνει την μελλοντική δυνητική ανάπτυξη. Η μακροχρόνια ανεργία οδηγεί στην απώλεια δεξιοτήτων και τη μετανάστευση του επιστημονικού δυναμικού. Η καταστροφή του κοινωνικού κράτους επιδεινώνει το δημογραφικό πρόβλημα και τη δημόσια υγεία.
Οι αιτίες της κρίσης που ζούμε έχουν μεγάλο ιστορικό βάθος. Και αντίστοιχα την έξοδο από αυτήν πρέπει να την κατανοήσουμε με όρους μιας ιστορικής διαδικασίας ριζικών μεταρρυθμίσεων και μετασχηματισμών με δημοκρατικό, κοινωνικό και οικολογικό περιεχόμενο. Υπάρχουν προβλήματα ή πλευρές τους που μπορούν να αντιμετωπισθούν άμεσα, ενώ άλλα προβλήματα, όπως η παραγωγική ανασυγκρότηση ή η διαμόρφωση ενός νέου αναπτυξιακού υποδείγματος, θα απαιτήσουν περισσότερο χρόνο.
Σημασία έχει, επομένως, να δημιουργήσουμε τις προϋποθέσεις για μια ανατροπή των πολιτικών, των νοοτροπιών και των συμφερόντων που μας οδήγησαν ως εδώ. Να ανοίξει ο δρόμος για την ανόρθωση της κοινωνίας και την ανασυγκρότηση της οικονομίας.
9. Βρίσκεστε σε προσυνεδριακή διαδικασία και ξέρουμε ότι σας απασχολεί πολύ το ζήτημα της συγκρότησης του νέου ΣΥΡΙΖΑ. Ο Συνασπισμός ολοκληρώνει αυτό το σαββατοκύριακο τη διαδικασία αυτοδιάλυσής του. Τι θα κάνετε αν κάποιες άλλες συνιστώσες επιμείνουν στη διατήρηση της αυτοτέλειάς τους εντός του ΣΥΡΙΖΑ;
Το πρόγραμμα αλλά και η ίδια η ύπαρξη του ΣΥΡΙΖΑ συνιστά θανάσιμη απειλή για εδραιωμένα συμφέροντα και νοοτροπίες αυτών που θα μπορούσαμε να ονομάσουμε «βαθύ ελληνικό κράτος» αλλά και τμήματα του οικονομικού κατεστημένου, και ιδιαίτερα του διαπλεκόμενου με το κράτος, και του «παρασιτικού καπιταλισμού».
Ένας χαλαρός ΣΥΡΙΖΑ, όπως ήταν ως τώρα, ως μια ομπρέλα αυτόνομων οργανώσεων ή «συνιστωσών», δεν είναι βέβαιο ότι θα μπορέσει να αντιμετωπίσει με επιτυχία τον πόλεμο και τις επιθέσεις τις οποίες -το βλέπουμε ήδη- θα δεχθεί. Ο ίδιος ο ρόλος του συνεπώς, είτε είναι στην κυβέρνηση είτε είναι στην αντιπολίτευση, απαιτεί ένα ΣΥΡΙΖΑ όχι μόνο τυπικά ενιαίο αλλά και συμπαγή, με υψηλούς βαθμούς εσωτερικής δημοκρατίας, συνοχής και αλληλεγγύης. Μόνο ένας τέτοιος ΣΥΡΙΖΑ μπορεί να είναι ανθεκτικός στις επιθέσεις και συνάμα ανοικτός στην κοινωνία, πόλος συσπείρωσης ευρύτερων δυνάμεων, ικανός να συνάπτει αξιόπιστες πολιτικές συμμαχίες με άλλες δυνάμεις με τις οποίες μπορούν να υπάρξουν δυνατότητες προγραμματικών συγκλίσεων.
Η μετατροπή του ΣΥΡΙΖΑ-ΕΚΜ σε ενιαίο κόμμα είναι επομένως μια πορεία χωρίς επιστροφή. Βεβαίως το συνέδριο θα είναι το κυρίαρχο σώμα που με δημοκρατικό τρόπο θα επιλύσει τα όποια προβλήματα παραμένουν ως τότε ανοικτά.
Θέλω να τονίσω, όμως, ότι η μεταμόρφωση του ΣΥΡΙΖΑ-ΕΚΜ σε ενιαίο κόμμα είναι αναγκαία αλλά δεν αρκεί. Σε μια εποχή που η κρίση εμπιστοσύνης αφορά τα πάντα, ακόμα και τα κόμματα της Αριστεράς, ο ΣΥΡΙΖΑ-ΕΚΜ πρέπει να φιλοδοξεί να γίνει όχι απλώς ένα ενιαίο κόμμα αλλά ένα διαφορετικό κόμμα, να διαμορφώσει ένα νέο παράδειγμα αριστερού κόμματος το οποίο με τη δράση του, τη λειτουργία του, αλλά και τη δημόσια εικόνα του θα κερδίσει την εμπιστοσύνη των πολιτών, των εργαζομένων, της νεολαίας και ευρύτερα της κοινωνίας.
1. Πώς αξιολογείτε την έκβαση του θρίλερ με την ΕΡΤ και τις σχέσεις των εταίρων της συγκυβέρνησης;
Οι εξελίξεις είναι αποκαλυπτικές. Είναι πλέον προφανές ότι η κυβέρνηση επεδίωκε να κερδίσει χρόνο, και σ’ αυτό συμφωνούσαν και οι τρεις. Μιλούσαν για επιτυχίες και success story, ενώ, όπως αποκαλύφθηκε, συζητούσαν οδυνηρά μέτρα για την κοινωνία και νέα μνημόνια.
Τώρα αυτός ο σχεδιασμός έχει καταρρεύσει και έχει δώσει τη θέση του σε μια πολιτική παρασκηνίων που παράγει νέες εστίες κρίσης. Μετά την ουσιαστική ακύρωση με τις Πράξεις Νομοθετικού Περιεχομένου του Κοινοβουλίου, ενέπλεξαν και κορυφαίους θεσμούς της δικαιοσύνης σε ρόλο διαιτητή στην επίλυση των ενδοκυβερνητικών αντιθέσεων, ενός προβλήματος δηλαδή αμιγώς πολιτικού.
Ζούμε, λοιπόν, μια κυβερνητική κρίση διαρκείας. Και η έκβαση αυτής της υπόθεσης, όποια και αν είναι, το πιθανότερο είναι ότι θα την επιδεινώσει. Μου προκαλεί εντύπωση προσωπικά η στάση των κυρίων Βενιζέλου και Κουβέλη, αφού ο μόνος τρόπος για να ξαναμπούν στη Βουλή είναι το να τηρήσουν μια στάση αρχών έστω σ’ αυτό το ζήτημα.
2. Ποια είναι η θέση σας για την ΕΡΤ, τώρα, με βάση την απόφαση του ΣτΕ, και ποια η πρότασή σας για τη δημόσια τηλεόραση γενικά; Τι θα κάνατε ως κυβέρνηση με τους 2.500 εργαζόμενους της ΕΡΤ;
Πρέπει να ακυρωθεί το λάθος, να ακυρωθεί η πράξη Νομοθετικού περιεχομένου και οι συνέπειές της. Στη βάση αυτή μπορούμε να συζητήσουμε τα πάντα. Όχι μόνο για τα συσσωρευμένα προβλήματα αλλά και για τις δυνατότητες. Διότι η τηλεόραση κρύβει τεράστιες δυνατότητες και για την αναζωογόνηση της Δημοκρατίας και για τον πολιτισμό, ακόμη και για την οικονομική ανάπτυξη, αφού η χώρα μας, για λόγους πολλούς, θα μπορούσε να φιλοδοξήσει να γίνει ένα διεθνές κέντρο παραγωγής πολιτισμού.
Το ζητούμενο λοιπόν είναι πώς θα απελευθερώσουμε αυτές τις δυνατότητες και πώς αυτές θα υπηρετήσουν ένα νέο υπόδειγμα κοινωνικής, πολιτισμικής και οικονομικής ανάπτυξης. Και σ’ αυτό μπορούν να έχουν διακριτό ρόλο και δημόσιοι και ιδιωτικοί και κοινωνικοί τηλεοπτικοί φορείς.
Η επιστροφή λοιπόν στην πριν από την Πράξη Νομοθετικού Περιεχομένου κατάσταση είναι αναγκαία όχι για να διατηρήσουμε την εν λόγω κατάσταση αλλά για να την αλλάξουμε με δημοκρατικά μέσα, σε προοδευτική και αναπτυξιακή κατεύθυνση, με σεβασμό στους εργαζόμενους και αξιοποίηση των ικανοτήτων και των εμπειριών τους.
3. Ίσως έχετε κουραστεί ν’ απαντάτε στο ερώτημα, αλλά τα νέα δεδομένα -ο «πόλεμος» ΔΝΤ- Ε.Ε. για τα «λάθη» του μνημονίου, η εξέλιξη με τη ΔΕΠΑ- το επικαιροποιούν: Τι θα κάνει με το μνημόνιο μια κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ; Θα το καταγγείλει, θα το αναδιαπραγματευτεί;
Υπάρχουν πολλοί τρόποι να πει κανείς το ίδιο πράγμα. Η ουσία είναι ότι το μνημόνιο πρέπει να αντικατασταθεί από ένα σχέδιο ανόρθωσης της κοινωνίας και ανασυγκρότησης της οικονομίας με όρους δικαιοσύνης και αλληλεγγύης. Και αυτό ακριβώς έχει δεσμευθεί και θα κάνει μια κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ-ΕΚΜ.
Σε ό,τι αφορά το ΔΝΤ σημασία δεν έχει μόνο τι λέει αλλά και τι πράττει. Διότι ενώ στα λόγια λέει ‘κάναμε λάθος’, στην πράξη ζητά τη συνέχιση του λάθους. Οι ομολογίες του ΔΝΤ έχουν αξία στο βαθμό που μπορούν να συμβάλουν για την ανατροπή της μνημονιακής πολιτικής.
4. Πώς εκτιμάτε ότι θα εξελιχθεί αυτός ο «πόλεμος», που τελικά σχετίζεται με τη βιωσιμότητα του χρέους; Θα υποχωρήσει η γερμανική ηγεσία στις πιέσεις για νέα ελάφρυνση ή νέο δανεισμό, όπως ζητάει το ΔΝΤ ή εκτιμάτε ότι η αντιπαράθεση θα καταλήξει σε αποχώρηση του ΔΝΤ από την Ευρώπη;
Οι προβλέψεις δεν είναι εύκολες διότι στην αντίθεση αυτή υπεισέρχονται πολλοί και ευρύτεροι παράγοντες. Το θέμα όμως δεν είναι τι κάνουν οι άλλοι αλλά ποιο είναι το δικό μας σχέδιο, η δική μας στρατηγική.
Είναι εγκληματική η στάση των ελληνικών κυβερνήσεων οι οποίες δεν έθεσαν εξαρχής το θέμα του «κουρέματος» και της βιωσιμότητας του ελληνικού χρέους ως προϋπόθεση του όποιου προγράμματος προσαρμογής, πράγμα που έρχεται σήμερα να αναγνωρίσει και το ΔΝΤ. Το ίδιο επαναλαμβάνεται από την κυβέρνηση του κ. Σαμαρά η οποία, χωρίς να διεκδικεί τίποτε το συγκεκριμένο, περιμένει παθητικά «κάποια» πρωτοβουλία της γερμανικής πλευράς μετά τις εκλογές του Σεπτεμβρίου. Ο κ. Σαμαράς, για να κερδίζει χρόνο, καλλιεργεί ψεύτικες ελπίδες, αφού γνωρίζει ότι η όποια γερμανική πρωτοβουλία θα αφορά νέα μέτρα και νέα μνημόνια της μιας ή της άλλης μορφής.
Ωστόσο, το κρίσιμο είναι η συζήτηση για το πρόβλημα του χρέους να εντάσσεται σε μια στρατηγική αλλαγής πολιτικής και όχι συνέχισης της πολιτικής των μνημονίων, ενδεχομένως σε άλλο περιτύλιγμα.
Μια τέτοια πολιτική μπορεί να υπηρετηθεί με έναν συνδυασμό μέτρων που θα αφορούν στην απομείωση του συνολικού χρέους, στη μείωση των επιτοκίων και στη διεκδίκηση της λεγόμενης ρήτρας ανάπτυξης.
Επιτρέψτε μου να επισημάνω την κρισιμότητα αυτού του τρίτου στοιχείου. Η ρήτρα ανάπτυξης είναι μια συνθήκη που επιτρέπει στην οφειλέτρια χώρα να εξυπηρετεί το χρέος της ανάλογα με την ονομαστική αύξηση του εθνικού της εισοδήματος, που σημαίνει ότι αν δεν υπάρξει μεγέθυνση δεν θα εξυπηρετείται το χρέος.
5. Στο πρόγραμμά σας αναφέρεστε συχνά στην ανάγκη μιας πολυδιάστατης οικονομικής και επενδυτικής διπλωματίας, με αξιοποίηση δυνάμεων εκτός Ε.Ε., όπως οι BRICS. Ωστόσο, η περίπτωση της ρωσικής στάσης στη ΔΕΠΑ, όπως και στην Κύπρο νωρίτερα, δείχνει ότι τα πράγματα είναι πιο περίπλοκα…
Ο στρατηγικός στόχος μας είναι η αλλαγή των δεδομένων σε Ελλάδα και Ευρώπη και όχι η παθητική προσαρμογή σ’ αυτά.
Στο πλαίσιο αυτής της στρατηγικής αναπτύσσουμε τη δράση μας για μια ευρεία συμπαράταξη λαών και κινημάτων στο Νότο και το Βορρά ενάντια στη λιτότητα και την σημερινή αρχιτεκτονική της Ευρώπης. Η πολυδιάστατη εξωτερική πολιτική είναι μέρος αυτής της στρατηγικής που δεν είναι συγκυριακή αλλά μακρόπνοη. Πολυδιάστατη εξωτερική πολιτική δεν σημαίνει να αλλάξουμε αφεντικά και εξαρτήσεις αλλά να διευρύνουμε τις επιλογές μας. Δεν σημαίνει επίσης εύκολες ή μαγικές λύσεις αλλά μια στρατηγική που αξιοποιεί όλες τις δυνατότητες και τα πλεονεκτήματα που διαθέτουμε: οικονομικά, γεωστρατηγικά και πολιτισμικά, καθώς και όλες τις αντιθέσεις και τις αλληλεξαρτήσεις του σημερινού κόσμου.
6. Είναι γνωστή η θέση του κόμματός σας ότι το success story της κυβέρνησης Σαμαρά εξελίσσεται σε disaster story. Ωστόσο, μέχρι στιγμής η κυβέρνηση φαίνεται να είχε εξασφαλίσει πολιτική και κοινωνική ανοχή. Εκτιμάτε ότι μετά και την υπόθεση της ΕΡΤ έχει ανατραπεί αυτό;
Ναι, μετά την ΕΡΤ τίποτε δεν είναι όπως πριν. Η εικόνα της πολιτικής και κοινωνικής ανοχής αποδείχθηκε ήδη εξαιρετικά απατηλή και εύθραυστη. Θα έλεγε κανείς ότι όχι μόνο η ελληνική κοινωνία αλλά όλες οι κοινωνίες, που υφίστανται τις συνέπειες άνισων και άδικων πολιτικών, περιμένουν την αφορμή για να εκδηλώσουν την οργή τους και την απαίτησή τους για αλλαγή πολιτικής.
7. Μήπως η κοινή γνώμη έχει κατά κάποιον τρόπο ξεπεράσει την αντίθεση «μνημόνιο- αντιμνημόνιο», και ότι, έστω από μοιρολατρία, δεν περιμένει την κατάργησή του και συμβιβάζεται με την ιδέα μιας ανεκτής διαχείρισής του;
Η «κοινή γνώμη», στην οποία αναφέρεσθε, κατά το 1/3 τουλάχιστον είναι άνεργη. Το άλλο 1/3 ζει σε συνθήκες ανέχειας και ανασφάλειας, χωρίς να σημαίνει ότι και μεγάλο μέρος του υπόλοιπου πληθυσμού δεν υφίσταται ήδη ή δεν απειλείται από τις συνέπειες της σημερινής πολιτικής. Η κοινωνία λοιπόν στα 2/3 της δεν μπορεί να συμβιβασθεί με μια κατάσταση που πλήττει την ίδια την ύπαρξή της και καθιστά σκοτεινό το μέλλον της.
Το ζήτημα είναι λοιπόν να αρχίσουμε ως κοινωνία να συζητούμε όχι μόνο το πώς θα απαλλαγούμε από τα μνημόνια αλλά και πώς από αυτά θα περάσουμε σε μια φάση οικονομικής ανασυγκρότησης με όρους κοινωνικής δικαιοσύνης, αλληλεγγύης και οικολογικής προστασίας. Διότι ναι μεν η κρίση που αντιμετωπίζουμε επιδεινώθηκε με τα μνημόνια αλλά υπήρχε και πριν από αυτά. Επομένως το τέλος των μνημονίων είναι μόνο η αρχή και όχι το τέλος της λύσης.
8. Εφόσον επιμένετε στην καταγγελία του μνημονίου, το οποίο ωστόσο έχει στο μεταξύ επισωρεύσει μια ύφεση τουλάχιστον 20% και μια ανεργία κοντά στο 30%, πιστεύετε ότι το οικονομικό σας πρόγραμμα μπορεί να επουλώσει αυτές τις τεράστιες πληγές, και σε τι χρονικό ορίζοντα;
Η συνέχιση της πολιτικής των μνημονίων εγγυάται όχι την επούλωση αλλά το βάθεμα των κοινωνικών πληγών. Διότι, εκτός από τις άμεσες συνέπειες, η πολιτική των μνημονίων καταστρέφει και τις δυνατότητες της μελλοντικής ανάπτυξης. Για παράδειγμα η παρατεταμένη ύφεση καταστρέφει την κοινωνική ασφάλιση, καθώς και το παραγωγικό κεφάλαιο της χώρας και μειώνει την μελλοντική δυνητική ανάπτυξη. Η μακροχρόνια ανεργία οδηγεί στην απώλεια δεξιοτήτων και τη μετανάστευση του επιστημονικού δυναμικού. Η καταστροφή του κοινωνικού κράτους επιδεινώνει το δημογραφικό πρόβλημα και τη δημόσια υγεία.
Οι αιτίες της κρίσης που ζούμε έχουν μεγάλο ιστορικό βάθος. Και αντίστοιχα την έξοδο από αυτήν πρέπει να την κατανοήσουμε με όρους μιας ιστορικής διαδικασίας ριζικών μεταρρυθμίσεων και μετασχηματισμών με δημοκρατικό, κοινωνικό και οικολογικό περιεχόμενο. Υπάρχουν προβλήματα ή πλευρές τους που μπορούν να αντιμετωπισθούν άμεσα, ενώ άλλα προβλήματα, όπως η παραγωγική ανασυγκρότηση ή η διαμόρφωση ενός νέου αναπτυξιακού υποδείγματος, θα απαιτήσουν περισσότερο χρόνο.
Σημασία έχει, επομένως, να δημιουργήσουμε τις προϋποθέσεις για μια ανατροπή των πολιτικών, των νοοτροπιών και των συμφερόντων που μας οδήγησαν ως εδώ. Να ανοίξει ο δρόμος για την ανόρθωση της κοινωνίας και την ανασυγκρότηση της οικονομίας.
9. Βρίσκεστε σε προσυνεδριακή διαδικασία και ξέρουμε ότι σας απασχολεί πολύ το ζήτημα της συγκρότησης του νέου ΣΥΡΙΖΑ. Ο Συνασπισμός ολοκληρώνει αυτό το σαββατοκύριακο τη διαδικασία αυτοδιάλυσής του. Τι θα κάνετε αν κάποιες άλλες συνιστώσες επιμείνουν στη διατήρηση της αυτοτέλειάς τους εντός του ΣΥΡΙΖΑ;
Το πρόγραμμα αλλά και η ίδια η ύπαρξη του ΣΥΡΙΖΑ συνιστά θανάσιμη απειλή για εδραιωμένα συμφέροντα και νοοτροπίες αυτών που θα μπορούσαμε να ονομάσουμε «βαθύ ελληνικό κράτος» αλλά και τμήματα του οικονομικού κατεστημένου, και ιδιαίτερα του διαπλεκόμενου με το κράτος, και του «παρασιτικού καπιταλισμού».
Ένας χαλαρός ΣΥΡΙΖΑ, όπως ήταν ως τώρα, ως μια ομπρέλα αυτόνομων οργανώσεων ή «συνιστωσών», δεν είναι βέβαιο ότι θα μπορέσει να αντιμετωπίσει με επιτυχία τον πόλεμο και τις επιθέσεις τις οποίες -το βλέπουμε ήδη- θα δεχθεί. Ο ίδιος ο ρόλος του συνεπώς, είτε είναι στην κυβέρνηση είτε είναι στην αντιπολίτευση, απαιτεί ένα ΣΥΡΙΖΑ όχι μόνο τυπικά ενιαίο αλλά και συμπαγή, με υψηλούς βαθμούς εσωτερικής δημοκρατίας, συνοχής και αλληλεγγύης. Μόνο ένας τέτοιος ΣΥΡΙΖΑ μπορεί να είναι ανθεκτικός στις επιθέσεις και συνάμα ανοικτός στην κοινωνία, πόλος συσπείρωσης ευρύτερων δυνάμεων, ικανός να συνάπτει αξιόπιστες πολιτικές συμμαχίες με άλλες δυνάμεις με τις οποίες μπορούν να υπάρξουν δυνατότητες προγραμματικών συγκλίσεων.
Η μετατροπή του ΣΥΡΙΖΑ-ΕΚΜ σε ενιαίο κόμμα είναι επομένως μια πορεία χωρίς επιστροφή. Βεβαίως το συνέδριο θα είναι το κυρίαρχο σώμα που με δημοκρατικό τρόπο θα επιλύσει τα όποια προβλήματα παραμένουν ως τότε ανοικτά.
Θέλω να τονίσω, όμως, ότι η μεταμόρφωση του ΣΥΡΙΖΑ-ΕΚΜ σε ενιαίο κόμμα είναι αναγκαία αλλά δεν αρκεί. Σε μια εποχή που η κρίση εμπιστοσύνης αφορά τα πάντα, ακόμα και τα κόμματα της Αριστεράς, ο ΣΥΡΙΖΑ-ΕΚΜ πρέπει να φιλοδοξεί να γίνει όχι απλώς ένα ενιαίο κόμμα αλλά ένα διαφορετικό κόμμα, να διαμορφώσει ένα νέο παράδειγμα αριστερού κόμματος το οποίο με τη δράση του, τη λειτουργία του, αλλά και τη δημόσια εικόνα του θα κερδίσει την εμπιστοσύνη των πολιτών, των εργαζομένων, της νεολαίας και ευρύτερα της κοινωνίας.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου