Ερνέστο Γκεβάρα ντε λα Σέρνα (Ernesto Guevara
de la Serna) (14 Μαΐου 1928 στο Ροσάριο, Αργεντινή έως 9 Οκτωβρίου 1967
στη Λα Ιγκέρα, Βολιβία).
Με αφορμή τα 46 χρόνια από την δολοφονία
του, αναδημοσιεύουμε ομιλία του Τσε στο Κεντρικό Πανεπιστήμιο του
Λας Βίγιας στην Σάντα Κλάρα, στις 28 Δεκέμβρη 1959. Στην τελετή που
έλαβε χώρα το Πανεπιστήμιο απονεμήθηκε στο Γκεβάρα ο τίτλος του
“επίτιμου διδάκτορα” της Παιδαγωγικής Σχολής.
Αγαπητοί
συναγωνιστές, νέοι συνάδελφοι στην πανεπιστημιακή σύγκλητο και παλιοί
συνάδελφοι στον αγώνα για την απελευθέρωση της Κούβας,
Θα πρέπει
να ξεκινήσω την ομιλία μου λέγοντας ότι μπορώ να αποδεχθώ το πτυχίο που
μου απονέμετε σήμερα, ως μια τιμητική διάκριση προς τον λαϊκό μας
στρατό. Δεν θα μπορούσα να το αποδεχθώ ως άτομο. Και αυτό, για τον απλό
λόγο ότι στη νέα Κούβα οτιδήποτε δεν είναι αυτό που διατείνεται ότι
είναι στερείται οποιασδήποτε αξίας. Πως θα μπορούσα εγώ ως άτομο, ο
Ερνέστο Γκεβάρα, να δεχθώ το βαθμό του επίτιμου διδάκτορα που μου
απονεμήθηκε από την Παιδαγωγική Σχολή, αφού οι μόνες εμπειρίες που έχω
ως παιδαγωγός είναι στην παιδαγωγική του αντάρτικου στρατοπέδου, της
βρισιάς και της αγριάδας (χειροκροτήματα). Και πιστεύω ότι αυτά σίγουρα
δεν θα μπορούσαν να μεταφραστούν σε τήβεννο. Γι’ αυτό συνεχίζω να φοράω
τη στολή του Αντάρτικου Στρατού, ακόμα και εδώ που ήρθα για να βρεθώ
μπροστά σας, σε αυτή την Πανεπιστημιακή Σύγκλητο, στο όνομα, και εκ
μέρους του στρατού μας. Αποδεχόμενος αυτόν τον τίτλο, ο οποίος είναι
τιμή για όλους μας, θα ήθελα να παρουσιάσω και το μήνυμα μας, το μήνυμα
ενός λαϊκού στρατού, ενός νικηφόρου στρατού.
Κάποτε είχα
υποσχεθεί στους φοιτητές αυτού του πανεπιστημίου μια σύντομη ομιλία με
την οποία θα παρουσίαζα τις απόψεις μου για τον ρόλο του πανεπιστημίου.
Ωστόσο, η δουλειά και μια ατελείωτη σειρά γεγονότων με εμπόδισαν να το
κάνω. Σήμερα, όμως, θα μιλήσω, μια που έχω και τον τίτλο του επίτιμου
διδάκτορα (χειροκροτήματα).
Τι πρέπει,
λοιπόν, να πω για το βασικό καθήκον που πανεπιστημίου, το πρωταρχικό
καθήκον που υπερέχει όλων, σε αυτή τη νέα Κούβα; Αυτό που πρέπει να πω
είναι ότι το πανεπιστήμιο θα πρέπει να βαφτεί με το χρώμα των μαύρων και
με το χρώμα των μιγάδων, όχι μόνο όσον αφορά τους φοιτητές αλλά και
όσον αφορά τους καθηγητές. Θα πρέπει να βαφτεί με το χρώμα των εργατών
και των αγροτών. Με το χρώμα του λαού, αφού το πανεπιστήμιο είναι
κληρονομιά του λαού της Κούβας και κανενός άλλου. Εάν αυτός ο λαός, του
οποίου οι αντιπρόσωποι πλέον καταλαμβάνουν όλες τις κυβερνητικές θέσεις,
πήρε τα όπλα και έριξε όλους τους φραγμούς που είχε υψώσει η αντίδραση,
αυτό δεν έγινε επειδή αυτοί οι φραγμοί ήταν άκαμπτοι. Ούτε οι
αντιδραστικές δυνάμεις ήταν τόσο άμυαλες ώστε να μην δείξουν ευλυγισία,
προκειμένου να επιβραδύνουν την προέλαση του λαού. Ωστόσο, ο λαός
θριάμβευσε. Και είναι λίγο κακομαθημένος από τη νίκη του. Έχει συνείδηση
της δύναμης του. Ξέρει ότι κανένας δε μπορεί να τον αναχαιτίσει.
Σήμερα, ο λαός στέκεται μπροστά στην πύλη του πανεπιστημίου, και είναι
το πανεπιστήμιο αυτό που θα πρέπει να δείξει ευλυγισία. Θα πρέπει να
βαφτεί με τα χρώματα των μαύρων, των μιγάδων, των εργατών, των αγροτών, ή
αλλιώς θα βρεθεί χωρίς πόρτες. Γιατί τότε ο λαός θα τις σπάσει με ορμή,
θα μπει μέσα και θα το βάψει με τα χρώματα που θεωρεί κατάλληλα.
Αυτό είναι
το πρώτο μήνυμα, ένα μήνυμα που ήθελα να μεταφέρω από τις πρώτες κιόλας
μέρες της νίκης (χειροκροτήματα) και στα τρία πανεπιστήμια της χώρας,
αλλά στάθηκε εφικτό να το κάνω μόνο στο πανεπιστήμιο του Σαντιάγο. Αν
ζητούσατε την συμβουλή μου εκ μέρους του λαού και του Αντάρτικου
Στρατού, καθώς και ως καθηγητή πανεπιστημίου, θα έλεγα ότι για να
προσεγγίσεις τον λαό θα πρέπει να νιώθεις ότι είσαι κομμάτι του. Θα
πρέπει να ξέρεις τι θέλει ο λαός, τι ανάγκες έχει και τι αισθάνεται. Θα
πρέπει να κοιτάξεις λίγο μέσα σου – να μελετήσεις τις στατιστικές του
πανεπιστημίου, και να ρωτήσεις πόσοι εργάτες, πόσοι αγρότες, πόσοι
άνθρωποι που κερδίζουν το ψωμί τους με τον ιδρώτα τους, δουλεύοντας οκτώ
ώρες την ημέρα βρίσκονται εδώ σε αυτό το πανεπιστήμιο.
Αφού έχετε
θέσει αυτά τα ερωτήματα, θα πρέπει επίσης να αναρωτηθείτε, ανατρέχοντας
στην αυτοανάλυση, εάν η κυβέρνηση της Κούβας αντιπροσωπεύει σήμερα τη
θέληση του λαού. Αν η απάντηση είναι ναι, αν αυτή η κυβέρνηση πραγματικά
αντιπροσωπεύει τη θέληση του λαού (χειροκροτήματα) τότε θα πρέπει
κανείς να θέσει τα ακόλουθα ερωτήματα: Που είναι αυτή η κυβέρνηση, η
οποία αντιπροσωπεύει τη θέληση του λαού, σε αυτό το πανεπιστήμιο και τι
κάνει; Θα βλέπαμε ότι δυστυχώς, η κυβέρνηση που αντιπροσωπεύει ολόκληρο
σχεδόν τον κουβανικό λαό δεν έχει καμία φωνή στα κουβανικά πανεπιστήμια,
φωνή με την οποία θα μπορούσε να σημάνει τον συναγερμό, να προσφέρει
καθοδήγηση, και να εκφράσει, χωρίς μεσολαβητές, τη θέληση, τους πόθους
και τα αισθήματα του λαού.
Το Κεντρικό
Πανεπιστήμιο του Λας Βίγιας έκανε πρόσφατα ένα βήμα προς την σωστή
κατεύθυνση. Στην εκδήλωση που οργάνωσε με θέμα την εκβιομηχάνιση, κάλεσε
όχι μόνο τους βιομήχανους της Κούβας αλλά και την κυβέρνηση. Ζητήθηκε η
γνώμη μας και η γνώμη όλων των τεχνικών που εργάζονται στις κρατικές
και ημι-κρατικές υπηρεσίες. Επειδή σε αυτόν τον πρώτο χρόνο από την
απελευθέρωση – και αυτό μπορώ να το πω χωρίς να καυχηθώ – κάνουμε πολύ
περισσότερα από όσα έχουν κάνει άλλες κυβερνήσεις, και πολύ περισσότερα
από αυτούς που με στόμφο αποκαλούν εαυτούς τους υπερασπιστές της
“ελεύθερης πρωτοβουλίας”. Έτσι, έχουμε το δικαίωμα να δηλώσουμε ότι η
εκβιομηχάνιση της Κούβας, η οποία είναι άμεσο αποτέλεσμα της αγροτικής
μεταρρύθμισης, θα επιτευχθεί από την επαναστατική κυβέρνηση και υπό την
καθοδήγηση της (χειροκροτήματα). Η ιδιωτική πρωτοβουλία θα παίξει,
φυσικά, έναν σημαντικό ρόλο σε αυτό το στάδιο της ανάπτυξης της χώρας.
Θα είναι, όμως, η κυβέρνηση που θα δίνει τις κατευθύνσεις και θα το
κάνει βασιζόμενα στα δικά της επιτεύγματα (χειροκροτήματα). Θα το κάνει
γιατί ξεκίνησε την εκστρατεία εκβιομηχάνισης ανταποκρινόμενη σε μία από
τις πιο βαθιές, ίσως, προσδοκίες των μαζών, και όχι λόγω κάποιας βίαιης
πίεσης από τους βιομήχανους της χώρας. Η εκβιομηχάνιση και η προσπάθεια
που αυτή συνεπάγεται, είναι παιδί της επαναστατικής κυβέρνησης. Γι’ αυτό
η κυβέρνηση θα την καθοδηγήσει και θα τη σχεδιάσει.
Τα
καταστροφικά δάνεια της αποκαλούμενης Τράπεζας Ανάπτυξης έχουν εκλείψει
πια. Αυτή η τράπεζα, για παράδειγμα, δάνειζε δεκαέξι εκατομμύρια πέσος
σε έναν βιομήχανο, ο οποίος κατέβαλε 400.000 πέσος (αυτά είναι τα
πραγματικά ποσά). Αλλά ακόμα και αυτά τα 400.000 πέσος δεν είχαν βγει
απ’ την τσέπη του. Βγήκαν από το 10% που πήρε ο βιομήχανος ως δωροδοκία
από τον πωλητή, ο οποίος του πούλησε τον μηχανολογικό εξοπλισμό. Παρόλο
που η κυβέρνηση είχε καταβάλει δεξαέξι εκατομμύρια πέσος, αυτός ο κύριος
που κατέβαλε 400.000 πέσος ήταν ο μοναδικός ιδιοκτήτης της επιχείρησης.
Και αφού η κυβέρνηση ήταν ο δανειστής του, μπορούσε να πληρώσει το
χρέος του με ευνοϊκούς όρους και όποτε τον βόλευε. Τώρα η κυβέρνηση έχει
παρέμβει, αρνούμενη να ανεχτεί αυτή την κατάσταση. Διεκδικεί την
ιδιοκτησία οποιασδήποτε επιχείρησης έχει συσταθεί με τα χρήματα του
λαού. Εάν “ιδιωτική πρωτοβουλία” σημαίνει ότι λίγα παράσιτα απολαμβάνουν
όλα τα χρήματα του κουβανικού έθνους, τότε αυτή η κυβέρνηση δηλώνει
ξεκάθαρα ότι αντιτίθεται στην “ιδιωτική πρωτοβουλία”, στον βαθμό που
αυτή αντιτίθεται στον κρατικό σχεδιασμό.
Και
μιας και τώρα αναφέρθηκα στο ακανθώδες ζήτημα του σχεδιασμού, θα ήθελα
να σας πω ότι μόνο η επαναστατική κυβέρνηση, η οποία σχεδιάζει τη
βιομηχανική ανάπτυξη σε όλη τη χώρα, έχει το δικαίωμα να καθορίσει το
είδος και τον αριθμό του τεχνικού προσωπικού που θα χρειαστεί στο μέλλον
για να καλύψει τις ανάγκες αυτής της χώρας. Η επαναστατική κυβέρνηση θα
πρέπει τουλάχιστον να ακουστεί όταν λέει ότι χρειάζεται μόνο έναν
συγκεκριμένο αριθμό δικηγόρων ή γιατρών, αλλά χρειάζεται 5.000
μηχανικούς και 15.000 τεχνικούς βιομηχανίας όλων των ειδικοτήτων
)(χειροκροτήματα) και ότι θα πρέπει να εκπαιδευτούν, θα πρέπει να
βρεθούν, γιατί αυτή είναι η εγγύηση για τη μελλοντική μας ανάπτυξη.
Σήμερα
δουλεύουμε ακούραστα για να μεταμορφώσουμε την Κούβα σε μια διαφορετική
χώρα. Βέβαια, ο καθηγητής της παιδαγωγικής που βρίσκεται εδώ μπροστά σας
σήμερα δεν έχει αυταπάτες. Ξέρει ότι είναι τόσο καθηγητής της
παιδαγωγικής όσο είναι και πρόεδρος της Κεντρικής Τράπεζας και θα
ασκήσει το ένα ή το άλλο καθήκον ανάλογα με τις ανάγκες του λαού.
Μαθαίνουμε βήμα βήμα. Γι’ αυτό και τίποτα δε μπορεί να επιτευχθεί χωρίς
και ο λαός ο ίδιος να ταλαιπωρηθεί. Μαθαίνουμε πάνω στη δουλειά. Αφού
συνεχώς αναλαμβάνουμε κανούριες ευθύνες, και δεν είμαστε αλάθητοι – δεν
γεννηθήκαμε ξέροντας τι να κάνουμε – πρέπει να ζητήσουμε από τον λαό να
διορθώσει τα λάθη.
Ο καθηγητής
που βρίσκεται εδώ μπροστά σας σήμερα ήταν κάποτε γιατρός και, λόγω των
περιστάσεων, υποχρεώθηκε να πάρει τα όπλα, και ύστερα από δύο χρόνια
αποφοίτησε ως διοικητής ανταρτών. Αργότερα θα πρέπει να αποφοιτήσει ως
πρόεδρος τράπεζας ή ως συντονιστής της εκβιομηχάνισης της χώρας, ή ίσως
ακόμα και ως καθηγητής παιδαγωγικής (χειροκροτήματα). Αυτός ο ίδιος, ο
γιατρός, ο διοικητής, ο πρόεδρος και ο καθηγητής της παιδαγωγικής
εύχεται οι εργατικοί και φιλομαθείς νέοι της χώρας να προετοιμαστούν
έτσι ώστε ο καθένας τους, στο κοντινό μέλλον, να μπορεί να αναλάβει τη
θέση που θα του ανατεθεί, χωρίς δισταγμό, και χωρίς την ανάγκη να
μαθαίνει πάνω στη δουλειά. Αλλά ο καθηγητής που είναι μπροστά σας – ένας
γιός του λαού, δημιούργημα του λαού – θέλει επίσης αυτός ο λαός να έχει
δικαίωμα στη μόρφωση. Τά τείχη του εκπαιδευτικού συστήματος πρέπει να
πέσουν. Η εκπαίδευση δεν θα πρέπει να είναι ένα προνόμιο μόνο των
παιδιών των ανθρώπων εκείνων που έχουν χρήματα. Η εκπαίδευση θα πρέπει
να είναι ο άρτος ο επιούσιος του κουβανικού λαού (χειροκροτήματα).
Φυσικά, δεν
έχω την απαίτηση από τους σημερινούς καθηγητές και τους φοιτητές του
πανεπιστημίου του Λας Βίγιας να κάνουν το θαύμα της εγγραφής των μαζών
των εργατών και αγροτών στο πανεπιστήμιο. Έχουμε ακόμη πολύ δρόμο
μπροστά μας. Θα χρειαστεί να περάσουμε μια διαδικασία που την έχετε
ζήσει όλοι σας, μια διαδικασία πολλών ετών προπαρασκευαστικής
εκπαίδευσης. Αυτό που ελπίζω να καταφέρω, πάντως, βασιζόμενος στη μικρή
μου εμπειρία ως επαναστάτης και αντάρτης διοικητής, είναι να γίνει
κατανοητό από τους φοιτητές του πανεπιστημίου του Λας Βίγιας ότι η
εκπαίδευση δεν είναι πλέον το αποκλειστικό δικαίωμα του καθενός, και ότι
αυτές οι πανεπιστημιακές εγκαταστάσεις όπου σπουδάζετε δεν αποτελούν
πια κανενός το φέουδο. Ανήκουν σε όλον το λαό της Κούβας και είτε θα
παραχωρηθούν στον λαό ή ο λαός θα τις καταλάβει (χειροκροτήματα).
Ξεκίνησα
την καριέρα μου αυτή με τα πολλά σκαμπανεβάσματα ως φοιτητής
πανεπιστημίου – ως μέλος της μεσαίας τάξης, ένα γιατρός που μοιραζόταν
τους ίδιους ορίζοντες, τις ίδιες νεανικές φιλοδοξίες που έχετε και σεις.
Ωστόσο, στην πορεία του αγώνα, άλλαξα και πείστηκα για την επιτακτική
αναγκαιότητα της επανάστασης, και για το δίκαιο των αγώνων του λαού. Γι’
αυτό, λοιπόν, ελπίζω ότι εσείς, οι σημερινοί κάτοχοι του πανεπιστημίου,
θα το παραχωρήσετε στον λαό. Το ότι αύριο ο λαός θα το πάρει από εσάς,
δεν το λέω ως απειλή. Όχι. Απλά λέω ότι εάν οι κάτοχοι του πανεπιστημίου
του Λας Βίγιας, οι φοιτητές, το παραχωρούσαν στον λαό, ο οποίος
αντιπροσωπεύεται από την επαναστατική κυβέρνηση, αυτό θα ήταν άλλη μία
από τις παραδειγματικές πράξεις που βλέπουμε στην Κούβα σήμερα.
Και στους
καθηγητές, τους συναδέλφους μου, έχω κάτι παρόμοιο να πω: θα πρέπει να
πάρετε το χρώμα των μαύρων, των μιγάδων, των εργατών και αγροτών. Θα
πρέπει να πάτε στον λαό. Θα πρέπει να ζείτε και αναπνέετε ως ένα σώμα με
τον λαό, δηλαδή θα πρέπει να νιώσετε στο πετσί σας τις ανάγκες
ολόκληρης της Κούβας. Όταν θα το καταφέρετε, κανείς δεν θα είναι
χαμένος. Όλοι μας θα έχουμε κερδίσει και η Κούβα θα έχει τη δυνατότητα
να συνεχίσει την πορεία της προς το μέλλον με πιο σταθερό βηματισμό.
Και δεν θα
υπάρχει ανάγκη να συμπεριλάβετε στις τάξεις των πανεπιστημιακών αυτόν
τον γιατρό, τον διοικητή, τον πρόεδρο τράπεζας και τώρα καθηγητή της
παιδαγωγικής, που σας αποχαιρετά (χειροκροτήματα).
Πηγή: guevaristas.net
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου