Ομιλία του Αλέξη Τσίπρα στο Ευρωπαικό Συνέδριο για το μέλλον της ΕΕ
Συντρόφισσες
και σύντροφοι,
Φίλες
και φίλοι,
Μπορεί
να άλλαξα λίγο τον προγραμματισμό καθώς
μια ειλημμένη υποχρέωση δεν μου επιτρέπει
να έρθω αύριο, όπως ήταν προγραμματισμένο,
να χαιρετήσω στο τέλος της διημερίδας.
Έρχομαι στην αρχή. Αυτό ενδεχομένως να
έβγαλε λίγο από τον προγραμματισμό τους
τους διοργανωτές, αλλά νομίζω ότι το
διήμερο αυτό θα είναι εξαιρετικά
ουσιαστικό, ένα διήμερο διαλόγου μπροστά
στην κρίσιμη εκλογική μάχη που έχουμε
μπροστά μας.
Πριν
σας διατυπώσω ορισμένες σκέψεις, θα
ήθελα εισαγωγικά, ειδικά που σήμερα
είναι μια μέρα όπου όλοι έχουμε
συγκλονιστεί από ένα αποτρόπαιο γεγονός
που συνέβη πολλές χιλιάδες χιλιόμετρα
μακριά, εν τούτοις όμως είναι σαν να
συνέβη δίπλα μας. Θα ήθελα πρώτα απ’
όλα λοιπόν να εκφράσω και από αυτό το
βήμα, να εκφράσω τον αποτροπιασμό μου,
να καταδικάσω με τον πιο απόλυτο τρόπο
αυτή την
αποτρόπαια πράξη της ακροδεξιάς
τρομοκρατίας, αυτή τη φορά στη Νέα
Ζηλανδία.
Σε
μια μακρινή χώρα, αλλά νομίζω ότι κανείς
και καμία δεν είναι πλέον αρκετά μακριά,
κανείς και καμία δεν είναι πλέον ασφαλής
από μανιασμένους δολοφόνους της
φυλετικής, εθνοτικής, θρησκευτικής
καθαρότητας.
Και
αυτό ας το έχουμε καλά στο μυαλό μας,
κυρίως ας αναλογιστούν τις ευθύνες τους
όλοι εκείνοι που προάγουν την ισλαμοφοβία,
τη μισαλλοδοξία, το μίσος για τους
διαφορετικούς, για το διαφορετικό και
το κάνουν μάλιστα, και αυτό είναι το πιο
εξοργιστικό, ακόμα και από τα πιο επίσημα
βήματα, ακόμα και από τα έδρανα των
εθνικών κοινοβουλίων μας ή σε αυτά του
Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου.
Φίλες
και φίλοι,
Συντρόφισσες
και Σύντροφοι,
Είναι
τιμή μου που βρίσκομαι εδώ μαζί σας σε
αυτή την εκδήλωση της ευρωομάδας της
Αριστεράς για το μέλλον της Ευρώπης,
ενόψει των κρίσιμων ευρωπαϊκών εκλογών.
Και
θα ήθελα να ευχηθώ σε όλα τα κόμματα της
Ευρωπαϊκής Αριστεράς καλή δύναμη και
καλή επιτυχία στην καμπάνια που έχουμε
μπροστά μας, ιδιαίτερα όμως στους
υποψήφιους της Ευρωπαϊκής Αριστεράς
για την Προεδρία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής,
τον Νίκο Κούε και τη Βιολέτα Τόμιτς, που
θα αγωνιστούν να σηματοδοτήσουν μια
άλλη πρόταση για την οικοδόμηση του
ευρωπαϊκού μας μέλλοντος.
Και
βεβαίως δεν μπορώ, μιας και το ανέφερε
ο Γιάννης εισαγωγικά, να μην θυμηθώ το
2014, πριν από πέντε χρόνια, όταν είχα την
μεγάλη τιμή να έχω εγώ το χρίσμα του
υποψήφιου από την πλευρά της Ευρωπαϊκής
Αριστεράς, και να θυμηθώ εκείνο τον
ωραίο αγώνα που δώσαμε στην πολιτική
συγκυρία εκείνης της περιόδου, έναν
αγώνα για να συνεγείρουμε τους ευρωπαϊκούς
λαούς και να αφυπνίσουμε την ευρωπαϊκή
πολιτική ηγεσία μπροστά στον κίνδυνο
της εδραίωσης μιας νεοφιλελεύθερης
ατζέντας στην Ευρώπη. Τον αγώνα που
δώσαμε για να αναδείξουμε τους κινδύνους
της καταστροφικής λιτότητας που ήδη
από τότε υπονόμευε την ενότητα της
Ευρώπης, τραυμάτιζε θανάσιμα τα αισθήματα
αλληλεγγύης μεταξύ των ευρωπαϊκών λαών
και έπληττε βαριά το κύρος, την αξιοπιστία
και την αποδοχή των ευρωπαϊκών θεσμών
στους Ευρωπαίους πολίτες.
Και
η αλήθεια είναι πως η Ευρωπαϊκή Αριστερά
ήταν πάντα αυτή που προσπαθούσε να
ανακόψει τον καλπασμό του νεοφιλελευθερισμού
στην Ευρώπη, ήδη πριν από την πρόσφατη
μεγάλη κρίση.
Το
2014, στις προηγούμενες ευρωεκλογές
δηλαδή, ήμασταν ήδη παραπάνω από 5 χρόνια
σχεδόν εντός της μεγάλης τραπεζικής
και δημοσιονομικής κρίσης και 4 τουλάχιστον
χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης τότε, όλες
περιφερειακές χώρες, είχαν εισέλθει σε
προγράμματα διάσωσης, όλα τους
πανομοιότυπα, βασισμένα στις ίδιες
αναποτελεσματικές αρχές, τις ίδιες
λαθεμένες συνταγές.
Αρχές
εμπνευσμένες από τις πιο σκληρές, ακόμα
και επιστημονικά θα έλεγα, περιθωριακές
εκδοχές του νεοφιλελευθερισμού, που
αγνοούσαν επιδεικτικά την αναγκαία
αναπτυξιακή ατζέντα, αγνοούσαν επιδεικτικά
τα αιτήματα της εργασίας και βεβαίως
την ανάγκη να αναδιαρθρωθούν τα χρέη
των ευρωπαϊκών κρατών, αλλά και τη
σημασία να στέκονται οι κοινωνίες στα
πόδια τους, να υπάρχει πραγματική
οικονομία, να υπάρχει κατανάλωση, να
υπάρχει παραγωγή, για να μπορούν να
εξυπηρετούνται αυτά τα δυσθεώρητα
κρατικά χρέη και τραπεζικά δάνεια.
Μπορεί
τότε να ήμασταν βαθιά μέσα στην κρίση,
είχαμε όμως την αισιοδοξία και τη δύναμη
που μας είχαν δώσει τα κοινωνικά κινήματα
και οι κινητοποιήσεις σχεδόν σε όλη την
Ευρώπη ενάντια στη λιτότητα, ιδιαίτερα
στο Νότο, την αισιοδοξία και τη δύναμη
πως θα μπορέσουμε να τα βάλουμε με τις
πανίσχυρες δυνάμεις που καθόριζαν τις
εξελίξεις στην Ευρώπη.
Από
τότε βεβαίως κύλησε πολύ νερό στο αυλάκι,
αλλά νομίζω ότι αν μπορούμε να βγάλουμε
ένα πρώτο συμπέρασμα σήμερα, πέντε
χρόνια μετά, λίγο πριν ξεκινήσουμε μια
νέα καμπάνια για τις ευρωπαϊκές εκλογές,
είναι ότι η κριτική μας που ασκήσαμε
δημόσια πέντε χρόνια πριν, με αφορμή
τις ευρωεκλογές του 2014, αλλά και η
προειδοποίησή μας απέναντι σε μια Ευρώπη
που θύμιζε, σήμερα ακόμα περισσότερο,
τον υπνοβάτη που πορεύεται προς το
γκρεμό, η κριτική μας λοιπόν αλλά και η
προειδοποίησή μας μόνο αβάσιμες δεν
αποδείχτηκαν τα πέντε αυτά χρόνια που
πέρασαν.
Η
δική μας προσπάθεια εδώ στην Ελλάδα για
τον τερματισμό της λιτότητας συγκρούστηκε
με τα τείχη της βίαιης αντίδρασης των
ευρωπαϊκών θεσμών.
Περάσαμε
και συναρπαστικές αλλά και δύσκολες
ταυτόχρονα στιγμές.
Για
πρώτη φορά σε μια χώρα της ευρωζώνης
υπήρχε ένας εκλογικός θρίαμβος της
αριστεράς και των δυνάμεων που είχαν
και έχουν σαφή στόχο ενάντια στην
πολιτική της ακραίας λιτότητας, τη
νεοφιλελεύθερη πολιτική,
Υπήρξαν
λοιπόν στιγμές συναρπαστικές αλλά και
στιγμές σφοδρής σύγκρουσης. Υπήρξαν
και στιγμές δύσκολες.
Σήμερα
όμως μπορούμε να πούμε ότι η δική μας
προσπάθεια εδώ στην Ελλάδα για τον
τερματισμό της λιτότητας, μέσα από
συγκρούσεις αλλά και δύσκολους
συμβιβασμούς, έχει οδηγηθεί σε ένα δρόμο
που φαίνεται ότι οδηγεί σε ξέφωτο, που
φαίνεται ότι έχει σαφή πλέον ορίζοντα.
Ξεκινήσαμε
σιγά-σιγά να χτίζουμε ένα νέο κοινωνικό
κράτος σε γερές βάσεις, επαναφέραμε την
οικονομία μας σε τροχιά ανάπτυξης,
εξορθολογήσαμε τα δημόσια οικονομικά,
κυρίως όμως καταφέραμε να ολοκληρώσουμε
ένα δύσκολο πρόγραμμα προσαρμογής,
σαφώς ηπιότερο δημοσιονομικά, στοχευμένο
σε διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις. Κυρίως
όμως το καταφέραμε αυτό προστατεύοντας
τις λαϊκές εκείνες δυνάμεις, την κοινωνική
εκείνη κατηγορία την οποία είμαστε
ταγμένοι να εκπροσωπούμε. Τους πολλούς
και τους αδύναμους.
Και
βεβαίως δημιουργήσαμε τις προϋποθέσεις
για σημαντικές νίκες για τις δυνάμεις
της εργασίας. Για την επαναφορά των
συλλογικών διαπραγματεύσεων, των
εργασιακών δικαιωμάτων, γιατί θέλουμε
μια οικονομική ανάπτυξη που να
τροφοδοτείται από την εργασία και όχι
από τη συντριβή της εργασίας. Διότι
εμείς, αντίθετα με τους νεοφιλελεύθερους,
δεν θεωρούμε τη μείωση της ανεργίας ως
αποτέλεσμα της ανάπτυξης, αλλά ως
προϋπόθεση της ανάπτυξης.
Βεβαίως
και σε άλλα, για να μην μονοπωλώ τη
συζήτηση με βάση τα όσα συνέβησαν στην
Ελλάδα, να πω ότι και σε άλλα σημεία, σε
άλλες χώρες της Ευρώπης είχαμε παραδείγματα
όπου με δυσκολίες, με πισωγυρίσματα,
είχαμε σημαντικές νίκες.
Και
αναφέρομαι ιδιαίτερα στην Πορτογαλία,
όπου οι προοδευτικές δυνάμεις, οι
Σοσιαλιστές, οι Κομμουνιστές, η Αριστερά
, οι Πράσινοι, ήρθαν άξαφνα, δεν το
περιμέναμε, σε μια προγραμματική
συνεννόηση και συγκρότησαν κυβέρνηση
για ένα πρόγραμμα εξόδου από την ύφεση
και την υψηλή ανεργία.
Ενώ
πιο πρόσφατα, είδαμε να αναπτύσσεται
ένας παρόμοιος διάλογος μεταξύ των
προοδευτικών δυνάμεων και στην Ισπανία,
πάνω σε ένα πρόγραμμα για την ανάταξη
της εργασίας, για την επαναφορά των
εργασιακών δικαιωμάτων και για την
αύξηση των δημόσιων δαπανών προκειμένου
να τονωθεί η ενεργός ζήτηση της οικονομίας.
Μπορεί
να είναι σημαντικά αυτά που πετύχαμε
στις χώρες του Νότου, εκεί όπου είχαμε
νίκες για τις δυνάμεις της προόδου όλα
αυτά τα χρόνια, όμως οφείλουμε να
ομολογήσουμε ότι στη συνολικότερη
εικόνα της Ευρώπης δεν είναι αρκετή για
να διαμορφώσουμε μια αισιόδοξη εικόνα.
Γιατί
σε γενικότερο επίπεδο στην Ευρώπη, τα
ίδια αναποτελεσματικά και εχθρικά προς
τους λαούς, και κυρίως προς τους αδύναμους
και τους πολλούς, δόγματα κυριαρχούν
ακόμη και ιδίως κυριαρχούν ακόμη στα
κέντρα λήψης αποφάσεων, στους ευρωπαϊκούς
θεσμούς, έτσι όπως έχουμε μάθει να τα
ονομάζουμε αυτά τα κέντρα αποφάσεων τα
τελευταία χρόνια.
Οι
ίδιες εμμονές της νεοφιλελεύθερης
οικονομικής ορθοδοξίας για τη διαρκή
ενίσχυση του κεφαλαίου, τη διαρκή και
αέναη ενίσχυση της κερδοφορίας του
κεφαλαίου σε βάρος της μισθωτής εργασίας.
Και,
οι ίδιες πρακτικές έλλειψης λογοδοσίας,
έλλειψης δημοκρατικής νομιμοποίησης,
οι ίδιες πρακτικές τεχνοκρατικής
διακυβέρνησης και περιφρόνησης της
βούλησης των λαών και βεβαίως της
περιφρόνησης των πιο ανίσχυρων κρατών,
δηλαδή των πιο μικρών κρατών συγκριτικά
και ανάλογα με την οικονομική τους
δύναμη και με την ισχύ τους στα κέντρα
λήψης των αποφάσεων.
Από
αυτήν την άποψη λοιπόν, θα έλεγε κανείς,
για να έρθω στον αρχικό ειρμό της
τοποθέτησής μου, ότι πριν από πέντε
χρόνια είχαμε προειδοποίηση γι’ αυτό
που θα συνέβαινε. Και συνεπώς δεν μπορεί
κανείς να πει πως για μας τουλάχιστον
δεν ήταν αναμενόμενο να δούμε αυτό το
κύμα εθνικιστικών αναδιπλώσεων που
είδαμε στην Ευρώπη όλα αυτά τα χρόνια
που πέρασαν από την προηγούμενη
ευρωεκλογική αναμέτρηση.
Ξεκινώντας,
μιας και μιλάμε για εθνικιστικές
αναδιπλώσεις, να ξεκινήσουμε από μία
που εξελίσσεται και σε θρίλερ καθώς και
δεν μπορούμε να δούμε και ποιο θα είναι
το αποτέλεσμα και έχουμε χάσει κάθε
εκδοχή, πρόβλεψη για το τι θα συμβεί,
αναφέρομαι στο περίφημο Brexit,
ένα Brexit
το οποίο έχει βάλει μια τόσο σημαντική
χώρα της Ευρωπαϊκής Ένωσης σε μια
πρωτοφανή πολιτική κρίση εδώ και τρία
χρόνια, από την οποία αδυνατεί να εξέλθει.
Οι δυνάμεις εκείνες που υπερασπίστηκαν
αυτή την προοπτική και σε ότι αφορά τα
φυσικά πρόσωπα, τη φυσική ηγεσία που
προπαγάνδισε αυτή την εκδοχή έχει χαθεί
από τον ορίζοντα, την επόμενη μέρα
εξαφανίστηκαν και βρέθηκαν όλοι οι
υπόλοιποι να ψάχνουν να βρουν τον τρόπο
μέσα από τον οποίον θα λύσουν ένα γρίφο,
ένα σταυρόλεξο, το οποίο μάλλον είναι
δισεπίλυτο.
Αλλά
βεβαίως δεν είναι μόνο το Brexit.
Είναι και η θλιβερή ενδυνάμωση, ανάδυση
ακροδεξιών, ξενοφοβικών, ρατσιστικών
δυνάμεων σε μια σειρά από χώρες της
Ευρώπης, ακόμα και σε κάποιες που
φημίζονταν για τις δημοκρατικές τους
παραδόσεις, και για τη σταθερότητα των
πολιτικών τους θεσμών.
Πάνω
στο έδαφος της κρίσης σε όλες αυτές τις
χώρες η ακροδεξιά πέτυχε να εκφράσει
τον θυμό και την απογοήτευση των λαϊκών
μαζών και κυρίως να κερδίσει από τη
δυσαρέσκεια, δυσαρέσκεια που είχε
προκληθεί από τις κραυγαλέες αποτυχίες
του ευρωπαϊκού οικοδομήματος και της
διαχείρισης της μεγάλης οικονομικής
κρίσης.
Όμως,
κι αυτό πρέπει να μην ξεφεύγει από την
οπτική μας, η ακροδεξιά εκφράζει μεν
την οργή και την απογοήτευση λαϊκών
δυνάμεων, αλλά ούτε στο ελάχιστο δεν
εναντιώνεται στα πανίσχυρα συμφέροντα
των ελίτ σε κάθε χώρα ξεχωριστά, των
ισχυρών. Εκφράζει μεν τον θυμό και τη
δυσαρέσκεια, αλλά δεν εκπροσωπεί τα
αιτήματα και τις διεκδικήσεις των
πολλών.
Παρουσιάζεται
ως αντισυστημική δύναμη παντού, αλλά
ούτε στο ελάχιστο δεν εναντιώνεται στο
οικονομικό κατεστημένο.
Ούτε
στο ελάχιστο δεν αποπειράται να μετριάσει
την κυριαρχία του κεφαλαίου επί των
δυνάμεων της εργασίας.
Το
αντίθετο.
Εκεί
όπου έχουν καταφέρει δυνάμεις τέτοιες
να κερδίσουν εξουσία, να βρεθούν σε
θέσεις διακυβέρνησης, να αναλάβουν
κυβερνητικές ευθύνες, επιχειρούν και
προωθούν τις πιο ακραίες νεοφιλελεύθερες
οικονομικές μεταρρυθμίσεις.
Και
χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι βεβαίως
οι μεταρρυθμίσεις του περιβόητου Βίκτορ
Όρμπαν στην Ουγγαρία για την ασυδοσία
του κεφαλαίου απέναντι στην εργασία,
για να μην υπάρχει ωράριο και να υπάρχει
απεριόριστη δυνατότητα και ασυδοσία
στις απολύσεις. Και αντίστοιχες
μεταρρυθμίσεις προωθούν ομοϊδεάτες
του στην Αυστρία και σε άλλες χώρες.
Να
μην ξεχνάμε λοιπόν ότι η ακροδεξιά
μοιράζεται με το νεοφιλελευθερισμό την
ίδια κοινωνική φιλοσοφία.
Την
ίδια περιφρόνηση των αδύναμων, των
νικημένων, την ίδια επιθυμία για τη
συντριβή και, επιτρέψτε μου την έκφραση,
για την εκκαθάριση των μη προσαρμόσιμων.
Και
το πιο ανησυχητικό λοιπόν, είναι ότι
βλέπουμε ότι αυτό το κυρίαρχο οικονομικό
δόγμα, η νεοφιλελεύθερη οικονομική
θρησκεία, ας το πω έτσι, μετατοπίζεται
από το πολιτικό όχημα των μετριοπαθών,
των κομμάτων της μετριοπαθούς κεντροδεξιάς,
από τα παραδοσιακά συντηρητικά κόμματα,
που είχαν τα περισσότερα απ’ αυτά
προσχωρήσει στη νεοφιλελεύθερη δοξασία,
στο όχημα το πολιτικό της ακραίας δεξιάς,
στο όχημα της ακροδεξιάς. Γι αυτό και
πλέον βρισκόμαστε μπροστά σε ένα
φαινόμενο εξαιρετικά επικίνδυνο.
Συντρόφισσες
και σύντροφοι,
Φίλες
και φίλοι,
Απομένουν
λοιπόν δύο μήνες ως τις εξαιρετικά
κρίσιμες ευρωπαϊκές εκλογές. Εγώ θα
έλεγα ότι αυτές οι ευρωπαϊκές εκλογές
είναι μάλλον υπαρξιακού χαρακτήρα για
την Ε.Ε. Πρώτη φορά που είναι τόσο κρίσιμες
από την ίδρυση της Ε.Ε., διότι οι συσχετισμοί
που θα τη διαμορφώσουν, φαντάζουν
απειλητικοί σε σχέση με τα προβλήματα
που έχουμε να διαχειριστούμε.
Και
τα προβλήματα που έχουμε να διαχειριστούμε
δεν είναι μόνο η οικονομική κρίση. Κυρίως
τα προβλήματα που έχουμε να διαχειριστούμε
είναι το αν η Ε.Ε. μπορεί να αντέξει να
διατηρήσει το ίδιο θεσμικό πλαίσιο που
είχε μέχρι σήμερα και τις ίδιες, ας το
πούμε έτσι, ιδρυτικές αρχές.
Απομένουν
λοιπόν δύο μήνες από τις εξαιρετικά
κρίσιμες ευρωεκλογές και εμείς, οι
δυνάμεις της Ευρωπαϊκής Αριστεράς,
έχουμε πρώτα απ’ όλα καθήκον να
ξεδιαλύνουμε και προτεραιοποιήσουμε
τα πολιτικά μέτωπα που έχουμε μπροστά
μας.
Κατά
την εκτίμησή μας έχουμε καθήκον να
δώσουμε τη μάχη αυτή κυρίως απέναντι
σε δύο μέτωπα:
Ενάντια
στη λιτότητα και το νεοφιλελευθερισμό
, το μέτωπο που αναδείξαμε και πριν πέντε
χρόνια, αλλά και ενάντια στην ακροδεξιά
και το εθνικιστικό μίσος.
Και
δεν πρέπει να επιτρέψουμε για πολύ ακόμα
να καρπώνεται τη λαϊκή δυσαρέσκεια από
τις αποτυχημένες οικονομικές πολιτικές
του νεοφιλελευθερισμού η Νέα Ακροδεξιά
της Ευρώπης, η οποία πολλές φορές δίνει
την εντύπωση, παρά το γεγονός ότι σε
κάθε χώρα ξεχωριστά βασικό της
χαρακτηριστικό είναι το μίσος προς τον
άλλον, το διπλανό, το διαφορετικό, και
η εθνικιστική περιχαράκωση, δίνει την
εντύπωση μιας νέας διεθνούς, ευρωπαϊκής
και παγκόσμιας. Μιας μαύρης διεθνούς
όμως.
Όμως
θα έλεγα ότι για να το πετύχουμε αυτό
δεν αρκεί να διαθέτουμε απλά, όχι ότι
δεν είναι απαραίτητο, αλλά δεν αρκεί
λέω, να διαθέτουμε ένα αντινεοφιλελεύθερο
και ευρωκριτικό πολιτικό πρόγραμμα.
Πρέπει την ίδια στιγμή να προσφέρουμε
και στους ευρωπαϊκούς λαούς, στους
πολίτες στους οποίους απευθυνόμαστε
και μια σύγχρονη εύληπτη και πειστική
εναλλακτική λύση.
Για
να ξεριζώσουμε το μίσος και τον φόβο
που θρέφουν την Άκρα Δεξιά, πρέπει να
γίνουμε ικανοί, όχι μόνο να καταδεικνύουμε
το πρόβλημα, αλλά να παράγουμε και
απαντήσεις και πολιτικά παραδείγματα
συγκεκριμένα για τη βελτίωση της ζωής
των ανθρώπων.
Γιατί
μάχιμο πρόγραμμα δεν είναι ένα πρόγραμμα
που διακηρύττει απλά την αντικαπιταλιστική
μας διάθεση σε κάθε του σελίδα.
Αλλά
ένα πρόγραμμα που δείχνει ότι είμαστε
έτοιμοι και ικανοί να δουλέψουμε με
τους πολίτες για να αλλάξουμε τα πράγματα,
τη ζωή τους την καθημερινότητά τους,
όχι σε ένα αβέβαιο μέλλον, αλλά σήμερα.
Έχω
την αίσθηση ότι η Ευρωπαϊκή Αριστερά
και τα κόμματά της δεν στερούνται
στρατηγικού οράματος. Δεν στερούνται
στρατηγικής. Έχουμε στρατηγική, μπορεί
να εκφραστεί με ένα ωραίο σύνθημα, για
την Ευρώπη των πολλών.
Μια
ενωμένη, δημοκρατική Ευρώπη, αναγεννημένη
στη βάση ενός νέου Κοινωνικού Συμβολαίου
ισότητας, κοινωνικής ανάπτυξης και
περιβαλλοντικής βιωσιμότητας.
Για
να καταφέρουμε να σταματήσουμε τη
νεοφιλελεύθερη κυριαρχία και να αρχίσει
να γίνεται βήμα-βήμα πράξη αυτή η «Ευρώπη
των πολλών», χρειαζόμαστε όμως, όχι μόνο
να μιλάμε για τους πολλούς αλλά, κατά
την άποψή μου, κυρίως χρειαζόμαστε να
τους φέρουμε κοντά μας.
Με
δυο λόγια, να το πω απλά, πέρα από
στρατηγική και πρόγραμμα για τους
πολλούς, η Ευρωπαϊκή Αριστερά χρειάζεται
να βρει τον τρόπο, αλλά να το πιστέψει
κιόλας ότι το χρειάζεται, να συμμαχήσει
με τους πολλούς.
Χρειαζόμαστε
σήμερα μια συμμαχία ευρύτατη, με τις
κοινωνικά αποκλεισμένες και συμπιεσμένες
κοινωνικές τάξεις και ομάδες, με όλους
όσους κλήθηκαν να πληρώσουν το κόστος
μιας διεθνούς κρίσης που δεν δημιούργησαν.
Αλλά
και με τις πολιτικές δυνάμεις που
συνομολογούν, έστω και με αντιφάσεις
και με διαφορές πολλές μεταξύ μας, αλλά
με όλες τις πολιτικές εκείνες δυνάμεις
που συνομολογούν ότι η Ευρώπη και οι
λαοί της χρειάζονται επειγόντως αλλαγή
πορείας.
Χρειαζόμαστε
δηλαδή μια ευρεία κοινωνική και πολιτική
προοδευτική συμμαχία, σε ευρωπαϊκό
επίπεδο.
Μια
προοδευτική συμμαχία με βασικό στόχο
την αναχαίτιση της ακροδεξιάς και του
νεοφιλελευθερισμού.
Θα
έλεγα ότι έχουμε ιστορικό καθήκον να
συνειδητοποιήσουμε πόσο κρίσιμες είναι
οι στιγμές για την Ευρώπη και υπ΄ αυτή
την έννοια να προωθήσουμε και να
εργαστούμε για να αγωνιστούμε από κοινού
με όλες εκείνες τις κοινωνικές και
πολιτικές δυνάμεις παρά τις διαφορές
μας, προκειμένου να αλλάξουμε τη
σημερινή, ζοφερή πραγματικότητα.
Και
να δείξουμε στην πράξη ότι δεν είναι
φυσικό φαινόμενο οι κοινωνικές ανισότητες,
όπως ισχυρίζονται οι νεοφιλελεύθεροι.
Και
ότι δεν ευθύνονται οι πρόσφυγες και οι
μετανάστες, ο αδύναμος διπλανός για τα
κοινωνικά δεινά και για την σημερινή
υπαρξιακή κρίση της Ευρώπης, όπως
ισχυρίζονται οι ρατσιστές και εθνικιστές
ακροδεξιοί.
Για
να γίνουμε πειστικοί, πρέπει να
ξαναπιάσουμε το νήμα του διεθνισμού
των νέων κοινωνικών κινημάτων και της
ίδιας μας της ιστορικής κληρονομιάς.
Να
ξεφύγουμε από τον εθνοκεντρισμό και
τον ιδιότυπο εθνικισμό κομματιών της
Αριστεράς, που επιχειρούν να απαντήσουν
στην άνοδο της Ακροδεξιάς με τον πιο
αυτοκαταστροφικό και βλαπτικό τρόπο.
Ναι,
χρειαζόμαστε ένα ριζοσπαστικό πρόγραμμα.
Πολύ ριζοσπαστικότερο από αυτό που έχει
παρουσιάσει η σοσιαλδημοκρατία σήμερα
στην Ευρώπη και που έχει κι αυτή μεγάλη
ευθύνη, διότι διολίσθησε στην κυρίαρχη
λογική σε πολλές περιπτώσεις, σε πολλές
χώρες, στην κυρίαρχη λογική του
νεοφιλελευθερισμού.
Αλλά
χρειαζόμαστε μια ξεκάθαρη τοποθέτηση
στο θέμα της Ευρώπης ταυτόχρονα. Ναι
στο ριζοσπαστικό πρόγραμμα. Πιο
ριζοσπαστικό απ’ αυτό των σοσιαλδημοκρατών.
Πιο ριζοσπαστικό απ’ αυτό των Πράσινων.
Αλλά και σαφή τοποθέτηση στο ερώτημα,
αν είμαστε με την Ευρώπη ή όχι. Ή αν
επιθυμούμε την επιστροφή στο έθνος-κράτος,
στη λογική δηλαδή ότι οι λαϊκές τάξεις,
το λαϊκό κίνημα σε κάθε χώρα ξεχωριστά
θα βρει τη λύση, ανταγωνιζόμενο τα
αντίστοιχα κινήματα στις διπλανές
χώρες.
Αυτή
η λογική είναι έξω από τη δική μας
αντίληψη για το πού αυτή τη στιγμή
βρίσκεται το πεδίο της ταξικής και
πολιτικής αντιπαράθεσης.
Το
πεδίο της ταξικής και πολιτικής
αντιπαράθεσης για τη δική μας Αριστερά
βρίσκεται στην Ευρώπη και εκεί οφείλουμε
να δώσουμε τις μάχες.
Σ’
αυτή την κατεύθυνση εμείς εδώ στην
Ελλάδα έχουμε πάρει πρωτοβουλίες εν
όψει των ευρωεκλογών και έχουμε απευθύνει
ένα κάλεσμα, με αυτοπεποίθηση και τόλμη,
σε όλες τις προοδευτικές δυνάμεις του
τόπου που αντιλαμβάνονται το κρίσιμο
διακύβευμα, αντιλαμβάνονται την ανάγκη
να συγκρουστούμε μετωπικά με το
νεοφιλελευθερισμό και την ακροδεξιά,
να ενώσουμε δυνάμεις.
Πιστεύω
ότι με την ίδια αυτοπεποίθηση και τόλμη
πρέπει ως Ευρωομάδα της Αριστεράς να
απευθυνθούμε συνολικότερα στην Ευρώπη.
Και να απευθυνθούμε σε όλες τις
προοδευτικές δυνάμεις παρά τις σημαντικές
διαφορές που έχουμε.
Από
τους Πράσινους και τους Σοσιαλιστές,
που επανατοποθετούνται πολιτικά, μέχρι
τους ριζοσπάστες της Αριστεράς, χωρίς
αποκλεισμούς σε ένα μεγάλο, ενωτικό
μέτωπο για την Ευρώπη των πολλών.
Για
την υπεράσπιση και τη διεύρυνση της
δημοκρατίας.
Για
την εφαρμογή πολιτικών ισότητας και
δίκαιης ανάπτυξης.
Για
να σταματήσουμε τον εκφασισμό της
δημόσιας σφαίρας και της πολιτικής στην
Ευρώπη.
Σε
αυτούς τους δύο μήνες που απομένουν,
λοιπόν, πιστεύω ότι πρέπει να αφοσιωθούμε
ως Ευρωπαϊκή Αριστερά σε αυτόν τον
μεγάλο στόχο, με γενναιότητα, με τόλμη
και με αλληλεγγύη.
Αυτός
είναι ο ιστορικός ρόλος της Αριστεράς:
Να
πηγαίνει μπροστά τις εξελίξεις προς
όφελος των λαών.
Κι
όχι να μένει κλεισμένη στα υπνωτήρια
της πολιτικής αυτοεπιβεβαίωσης.
Ως
ΣΥΡΙΖΑ, ως μια δύναμη που εν πάση
περιπτώσει θεωρώ είναι σημείο αναφοράς
σήμερα για την Αριστερά και όχι μόνο
στην Ευρώπη, δηλώνουμε παρόντες, παρόντες
και παρούσες, για να μην ξεχνάμε και τη
φεμινιστική διάσταση στον πολιτικό μας
λόγο, δηλώνουμε παρόντες και παρούσες
σε αυτή τη μεγάλη πολιτική μάχη.
Και
είμαι αισιόδοξος, έχω την αισιοδοξία
της βούλησης, εν πάση περιπτώσει, για
να είμαι πιο σαφής, και όχι της γνώσης
των πραγμάτων, αλλά έχω την αισιοδοξία
που πρέπει να μας δίνει η βούληση και η
επιθυμία να προχωρήσουμε μπροστά, ότι
μπορούμε να πετύχουμε σημαντικά πράγματα,
αν το τολμήσουμε.
Πιστεύω
δηλαδή ότι, παρά τους δυσμενείς πολιτικούς
συσχετισμούς, η επόμενη μέρα των
ευρωεκλογών θα είναι μια μέρα που μπορεί
να βρει ενωμένες τις προοδευτικές
δυνάμεις στην Ευρώπη, προκειμένου να
αποτελέσουν όλες μαζί –και το μπορούν
όλες μαζί- ένα ικανό ανάχωμα στην επέλαση
του νεοφιλελευθερισμού, του εκφασισμού
και της ακροδεξιάς.
Με
αυτές τις σκέψεις ελπίζω να μπόλιασα
λίγο τη συζήτησή σας και είμαι βέβαιος
ότι θα είναι παραγωγική,
Σας
ευχαριστώ θερμά.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου