ΣΥΡΙΖΑ: Προγραμματικά κείμενα για δημόσια διαβούλευση.
Κληρονομούμε
ένα Κράτος που αντί να υπηρετεί την
κοινωνία την απομυζά προς όφελός του.
Κληρονομούμε έναν μηχανισμό λαφυραγώγησης
του παραγόμενου εθνικού πλούτου και
του κράτους σε υλικό και ποιοτικό επίπεδο
(κρατικοί πόροι, στελέχωση του κράτους,
δημόσια αγαθά, συναλλαγές με το Δημόσιο).
Το Κράτος χρησιμοποιεί μεροληπτικές
κρατικές πολιτικές για τη διατήρησή
του στην εξουσία ανταμείβοντας
υποστηρικτές, εξαγοράζοντας συνειδήσεις
και επικοινωνιακή στήριξη. Εξυπηρετεί
οικονομικές και πολιτικές ελίτ σε
θεσμικό επίπεδο (ποινική ασυλία,
φοροδιαφυγή και φοροαποφυγή, ευνοϊκό
νομοθετικό πλαίσιο σε ζητήματα εργατικής
νομοθεσίας, περιβαλλοντικής προστασίας
κλπ.), ενώ το όποιο παραγόμενο «κυβερνητικό
έργο» χρησιμοποιείται ως φενάκη για
την απόκρυψη της πραγματικότητας από
μια κοινωνία αποκλεισμένη από τις
διαδικασίες διαμόρφωσης κι άσκησης
πολιτικής.
Το διεφθαρμένο
πολιτικό σύστημα λειτουργεί χρησιμοποιώντας
τους κρατικούς μηχανισμούς του στενού
δημόσιου τομέα (σύμφωνα με τη νεοφιλελεύθερη
θεωρία), στράτευμα – δικαιοσύνη –
αστυνομία καθώς και τη δημόσια διοίκηση,
τα Μ.Μ.Ε., τον χρηματοπιστωτικό τομέα,
κλπ. Προσπαθεί να μολύνει βασικές
δημοκρατικές αρχές, που έχουν ισχυρά
θεμέλια στις συνειδήσεις των πολιτών,
μέσω συνταγματικών και νομοθετικών
διατάξεων οι οποίες αδυνατίζουν ή και
αναιρούν τα δημοκρατικά κεκτημένα, όπως
π.χ. ο νόμος περί ευθύνης υπουργών, οι
ευνοϊκοί ή χαριστικοί όροι παραχώρησης
δημοσίων πόρων στην περίπτωση των
Σκουριών, των ραδιοτηλεοπτικών συχνοτήτων.
Όταν τα συμφέροντα του πολιτικού
συστήματος δεν μπορούν να «μεταμφιεστούν»
σε νομικές διατάξεις, τότε χρησιμοποιεί
το άλλο μεγάλο όπλο του τη διαφθορά η
διαιώνιση της οποίας αποτελεί, σε τελική
ανάλυση, μια συνειδητή πολιτική επιλογή.
Σύμφωνα με
τη Συνθήκη του Ο.Η.Ε. Κατά της Διαφθοράς
δεν υπάρχει διεθνώς αποδεκτός ορισμός
της, αλλά μπορούμε να χρησιμοποιούμε
περιγραφικούς όρους μορφών διαφθοράς
όπως «κατάχρηση εξουσίας», «δωροδοκία»
και «υπεξαίρεση». Η διαφθορά συνιστά
ένα σύνθετο φαινόμενο με οικονομικές,
κοινωνικές, πολιτικές και πολιτιστικές
διαστάσεις. Πρόκειται για διαμεσολάβηση
σχέσεων εξουσίας με σκοπό το ιδιωτικό
όφελος, μια υλική μορφή διαμεσολάβησης
η οποία στη χώρα μας έχει βαθιές ιστορικές
ρίζες στον τρόπο που συγκροτήθηκε το
κράτος και οι μορφές εξουσίας που
υλοποιήθηκαν από αυτό και μέσω αυτού.
Έχει αναφορές και στον ιδιωτικό και στο
δημόσιο τομέα και δυστυχώς παρουσιάζει
διευρυμένη βάση στη κοινωνία, εφόσον
διαμορφώνει ένα πλέγμα σχέσεων που
ευνοεί υλικά διάφορα κοινωνικά στρώματα.
Την πολιτική διαφθορά μπορούμε να την
ορίσουμε ως την εκμετάλλευση της εξουσίας
που διαθέτει κάποιος λόγω ιδιότητας
για να αποκτήσει παράνομα οφέλη για τον
εαυτό του, συγγενικά ή φιλικά του πρόσωπα
και συνεργάτες του. Το όφελος μπορεί να
μην είναι άμεσα υλικό, αλλά η διευκόλυνση
απόκτησης ή διατήρησης δημόσιου
αξιώματος. Στην πολιτική πρακτική αυτό
μπορεί να περιγραφεί με τη μέθοδο του
διαμοιρασμού της «λείας» (δημόσια
περιουσία, αξιώματα, πόροι) προκειμένου
να εξαγορασθούν οι υπηρεσίες, συνεργασία,
ανοχή κλπ., όσων είναι απαραίτητοι για
να ολοκληρωθεί η κλοπή.
Οι σημαντικότερες
εστίες διαπλοκής και διαφθοράς σχετίζονται
με :
την άσκηση
της πολιτικής, τη θεσμοθέτηση, χρηματοδότηση
και του τρόπου λειτουργίας των Μέσων
Μαζικής Ενημέρωσης,
το
χρηματοπιστωτικό σύστημα και τον έλεγχό
του,
τις αμυντικές
δαπάνες,
τη διαχείριση
της δημόσιας περιουσίας,
τις
ιδιωτικοποιήσεις και τις συμβάσεις
παραχώρησης,
όλα τα
στάδια πραγματοποίησης των δημόσιων
έργων (σχεδιασμός, ανάθεση, εκτέλεση,
παραλαβή),
τις παντός
τύπου προμήθειες του Δημοσίου,
τις εθνικές
και κοινοτικές επιδοτήσεις καθώς και
την ανοχή
σε πρακτικές διασπάθισης δημόσιου
χρήματος, όπως π.χ. το λαθρεμπόριο
καυσίμων.
Στο Δημόσιο
τομέα η διαφθορά έχει διαβρώσει υπηρεσίες,
αντιλήψεις και λειτουργίες και η ανατροπή
της θα είναι δύσκολο και πολύχρονο έργο.
Τη διαπλοκή και τη διαφθορά υποδαυλίζουν
και ενισχύουν συγκεκριμένες επιλογές
και πρακτικές αδιαφάνειας, η αποδυνάμωση
και αποδιάρθρωση, συχνά εσκεμμένη, των
συναφών ελεγκτικών μηχανισμών κι ένα
νομικό σύστημα που το χαρακτηρίζει η
πολυνομία, η πολυπλοκότητα και η ασάφεια.
Την ίδια στιγμή, σε καμία περίπτωση δεν
λείπει η διαφθορά από την ιδιωτική
σφαίρα σε σχέση όχι μόνο με «ηχηρές»
περιπτώσεις όπως αυτή των σκανδάλων
του Χρηματιστηρίου και της Siemens, αλλά
και με τα μικρότερα δίκτυα διαφθοράς
που έχουν διαποτίσει καθημερινές
λειτουργίες της κοινωνίας («φακελάκια»,
«γρηγορόσημα» κ.ά.). Ιδιαίτερα η «μικρή
διαφθορά», στην οποία υπάρχει εσχάτως
η τάση να συγκεντρώνεται όλο το μένος
των δυνάμεων θεσμικού ελέγχου και
καταστολής – και μάλιστα ανεπαρκώς –
είναι απότοκη μιας κουλτούρας ανοχής
απέναντι στην παράνομη συνδιαλλαγή την
οποία βέβαια θα καταπολεμήσουμε. Δεν
θα πρέπει να παραλείψουμε, ωστόσο, τον
κομβικό ρόλο που είχε αυτή στο πλαίσιο
του κλίματος συνενοχής που καλλιεργήθηκε
από τα πάνω, με στόχο τον αποπροσανατολισμό
της κοινωνίας από τη «μεγάλη διαφθορά»
στην οποία ενεπλάκη και εμπλέκεται το
πολιτικό προσωπικό της χώρας.
Από την πορεία
και τους αγώνες του ο ΣΥΡΙΖΑ έχει
αποδείξει ότι όχι μόνο δεν συμβιβάζεται
με αυτό το νοσηρό σύστημα και τους
ιδιωτικούς θύλακες διαπλοκής και
διαφθοράς, αλλά ότι επιπλέον, θεωρούμε
την έξοδο από την κρίση, την παραγωγική
ανασυγκρότηση και το δημοκρατικό
μετασχηματισμό της χώρας ως στόχους
άρρηκτα συνδεδεμένους με την άμεση και
αποφασιστική εξάλειψη της διαφθοράς.
Δεσμευόμαστε να την ξεριζώσουμε,
λαμβάνοντας υπόψη τη σωρευμένη διεθνή
εμπειρία και ιδιαίτερα όλες εκείνες
τις διεθνείς και ευρωπαϊκές πρωτοβουλίες
που στοχεύουν στην υιοθέτηση προτύπων
και στη μεταφορά τεχνογνωσίας. Θεωρούμε
καθήκον μας απέναντι στη δημοκρατία
και τους πολίτες να συγκρουστούμε με
τον πυρήνα των συμφερόντων που έχουν
οδηγήσει τη χώρα στην κρίση και την
παρακμή. Είμαστε ικανοί κι έχουμε την
πολιτική βούληση και την αυτονομία να
λειτουργήσουμε ως εγγυητές της νομιμότητας
και να προβούμε στην ανάληψη εκείνων
των πρωτοβουλιών που δεν θα αποσκοπούν
στη δημιουργία εντυπώσεων και προσχημάτων
με στόχο τη συγκάλυψη του ιδίου οφέλους
που έχουν καρπωθεί όλα αυτά τα χρόνια
οι κυβερνήσεις του ΠΑΣΟΚ και της ΝΔ
καθώς και το πελατειακό σύστημα που οι
ίδιοι δημιούργησαν και του οποίου τη
συντήρηση εξακολουθούν να επιδιώκουν.
Δεν είναι
τυχαίο ότι οι ισχύουσες διατάξεις
σχετικά με την πάταξη της διαφθοράς
είναι μεν αναποτελεσματικές, κυρίως
όμως είναι «κατευθυνόμενες» και υπό
τον έλεγχο της πολιτικής επιλογής της
εκάστοτε κυβέρνησης. Για τον ΣΥΡΙΖΑ η
διαφθορά και η διαπλοκή είναι ασύμβατες
με τον τύπο της κοινωνίας στον οποίον
προσβλέπει και άμα τη αναλήψει των
κυβερνητικών καθηκόντων θα λειτουργήσει
ως υποκείμενο που βρίσκεται σε διαρκή
πόλεμο με τις δυνάμεις που στηρίζουν
τα φαινόμενα αυτά. Άλλωστε η βασική μας
διαφορά στην υπόθεση καταπολέμησης της
διαφθοράς στηρίζεται στο ότι ο ΣΥΡΙΖΑ
μπορεί να τα καταφέρει καθώς υπερτερεί,
αφού διαθέτει καθαρά χέρια, σε αντίθεση
με τη ΝΔ και το ΠΑΣΟΚ που αδυνατούν
καταστατικά να επιδείξουν πολιτική
βούληση, έχοντας εκθρέψει και βασιστεί
στο πλέγμα-διαφθοράς διαπλοκής όλα τα
χρόνια που κυβέρνησαν τη χώρα.
Στο πλαίσιο
του κυβερνητικού του προγράμματος με
στόχο το δημοκρατικό μετασχηματισμό
του κράτους ο ΣΥΡΙΖΑ θα εφαρμόσει ένα
σχέδιο δράσης για την καταπολέμηση της
διαπλοκής και της διαφθοράς στο πολιτικό
σύστημα, τη δημόσια διοίκηση και τις
λειτουργίες του κράτους, πάνω στους
εξής βασικούς άξονες:
Α. Διαμόρφωση
ενός δίκαιου και αποτελεσματικού
συστήματος εντοπισμού και πάταξης των
περιπτώσεων διαφθοράς και διαπλοκής
--1. Αναγνωρίζοντας
ότι εκτός από την προώθηση μεταρρυθμιστικών
τομών το δημόσιο αίσθημα προτάσσει ως
αίτημα και την κάθαρση του δημόσιου και
ιδιωτικού βίου από τη διαφθορά και τη
διαπλοκή, κινητοποιούμε άμεσα τις
κοινοβουλευτικές διαδικασίες (εξεταστικές
επιτροπές κ.λπ.), ώστε να διερευνηθούν
όλα τα σκάνδαλα και, στις περιπτώσεις
όπου προκύψουν τα απαιτούμενα στοιχεία,
να παραπεμφθούν τα εμπλεκόμενα πρόσωπα
στη Δικαιοσύνη. Δημιουργούμε το πολιτικό
και νομικό πλαίσιο εντός του οποίου η
Δικαιοσύνη θα μπορέσει να φέρει σε πέρας
το έργο της. Επανελέγχουμε στο ίδιο
πλαίσιο όλες τις συμβάσεις του Δημοσίου
και τις αποφάσεις με μεγάλο οικονομικό
αντίκρισμα, όπως π.χ. τις αποφάσεις του
ΤΑΙΠΕΔ για ιδιωτικοποιήσεις, τις
αποφάσεις της Τράπεζας της Ελλάδος για
τη βιωσιμότητα των τραπεζών και την
ανακεφαλαιοποίησή τους, τις συμβάσεις
για αγορά αμυντικών συστημάτων κ.λπ.
Τροποποιούμε την ισχύουσα ποινική
νομοθεσία με σκοπό την αναλογική και
δίκαιη απόδοση της ποινικής ευθύνης
στους εμπλεκόμενους σε υποθέσεις
διαφθοράς και διαπλοκής και κυρίως τη
διασφάλιση της άμεσης αποκατάστασης
της βλάβης που έχει υποστεί η δημόσια
περιουσία, σε όλα τα στάδια της ποινικής
διαδικασίας και προδικασίας.
--2. Αναδιαρθρώνουμε
και ενισχύουμε όλους τους ελεγκτικούς
μηχανισμούς του κράτους και όπου
χρειάζεται φτιάχνουμε νέους. Διασφαλίζουμε
θεσμικά και ουσιαστικά την ανεξαρτησία
των ελεγκτών από τους ελεγχόμενους.
Δημιουργούμε Δικαστική Αστυνομία, η
οποία αναλαμβάνει τη προδικαστική
έρευνα, τεκμηρίωση και γενικά υποστήριξη
των Δικαστικών και Εισαγγελικών Αρχών
για όλα τα αδικήματα. Η εφαρμογή του
περιουσιολογίου θα συνοδευτεί και με
τη δημιουργία ειδικής υπηρεσίας
εντοπισμού αδήλωτων περιουσιακών
στοιχείων. Καθιερώνουμε το διπλογραφικό
σύστημα στο στενό και ευρύτερο δημόσιο
τομέα, ώστε να ενισχύσουμε τους όρους
διαφάνειας. Ενοποιούμε (καθιστούμε
συμβατά μεταξύ τους) και αναβαθμίζουμε
τα πληροφοριακά συστήματα (Taxis, Elenxis,
Icis, κλπ.) που χρησιμοποιούν οι ελεγκτικοί
μηχανισμοί, όπως ΣΔΟΕ, ΔΟΥ, Γενικό
Λογιστήριο, Ελεγκτικό Συνέδριο, Οικονομική
αστυνομία κ.α. και συστήνουμε ειδική
συσχετιζόμενη υπηρεσία υπό την εποπτεία
της ΓΓΠΣ (Γενική Γραμματεία Πληροφοριακών
Συστημάτων). Επαναλειτουργούμε Δημόσιο
Σώμα Ορκωτών Λογιστών, για τον έλεγχο
της διαπλοκής δημόσιου και ιδιωτικού
τομέα.
--3. Αντιμετώπιση
φοροδιαφυγής – διαφθοράς σε εθνικό
επίπεδο, η οποία θα στηρίζεται σε
ευκρινείς δομές και αξιόπιστες και
διαφανείς διαδικασίες, όπως:
i. Η κατάργηση
του φορολογικού απορρήτου για τους
ελεγκτικούς μηχανισμούς της εφορίας
και γνωστοποίηση όσων στοιχείων
ζητούνται, εκτός από αυτά που αφορούν
την ασφάλεια του πολίτη.
ii. Η παρακολούθηση
και τεκμηρίωση των υποθέσεων που
επιλέγονται για έλεγχο, των αποτελεσμάτων
του ελέγχου, καθώς και της έκβασης της
υπόθεσης, μέχρι αυτή να οριστικοποιηθεί
με συμβιβασμό ή με δικαστική απόφαση.
iii. Η δημιουργία
μόνιμου ηλεκτρονικού μητρώου φορολογικών
ελεγκτών, στο οποίο θα καταγράφονται
και θα παρακολουθούνται διαρκώς η πορεία
και το αποτέλεσμα των υποθέσεων που
ελέγχθηκαν ή ελέγχονται, η σύνθεση της
υπηρεσιακής δομής των υπηρεσιών στις
οποίες υπηρέτησε και υπηρετεί ο ελεγκτής,
η σύνθεση της ιδιοκτησίας των επιχειρήσεων
που ελέγχθηκαν και ελέγχονται, καθώς
και των οικονομικών υπευθύνων – λογιστών
τους, ανά ελεγκτή.
iv. Η θέσπιση
συγκεκριμένου πλαισίου με μετρήσιμα
και διαφανή κριτήρια για την αξιοκρατική
επιλογή, προαγωγή, μετακίνηση, επιμόρφωση
κ.λπ. του προσωπικού των εφοριών.
Διασφάλιση αξιοκρατικών διαδικασιών
ανέλιξης του προσωπικού, βάσει αυστηρών
αντικειμενικών κριτηρίων (χρόνια
προϋπηρεσίας, ειδικά σεμινάρια
επιμόρφωσης, γραπτές εξετάσεις κλπ)
χωρίς τη δυνατότητα παρέμβασης της
πολιτικής ηγεσίας. Η αποκομματικοποίηση
της διαδικασίας εξέλιξης του προσωπικού
αποτελεί αναγκαίο συστατικό ενός
αδιάφθορου συστήματος δημόσιας διοίκησης.
v. Η αναβάθμιση
και διοικητική ανεξαρτησία των οικονομικών
επιθεωρητών. Καθορισμός πρότυπων
διαδικασιών με στόχο την ουσιαστική
τους λειτουργία.
vi. Η ουσιαστική
εφαρμογή του πόθεν έσχες για όσους
εμπλέκονται στον καταλογισμό και την
είσπραξη της φορολογητέας ύλης.
--4. Στο πλαίσιο
της μεταρρύθμισης του χρηματοπιστωτικού
συστήματος, διασφαλίζουμε τη διαφάνεια
της λειτουργίας και τον κοινωνικό έλεγχο
των τραπεζών. Το Ελληνικό Δημόσιο θα
έχει τον έλεγχο της διαχείρισης των
διοικήσεων των τραπεζών με λόγο για τα
θέματα της πιστωτικής πολιτικής και
διαφάνειας μέσω ειδικής υπηρεσίας, η
οποία θα μπορούσε να είναι π.χ. το Ταμείο
Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας, με
τους επιτρόπους που έχει θέσει στα Δ.Σ.
των τραπεζών. Υιοθετούμε πολιτικές και
νομοθετικές πρωτοβουλίες σε ευρωπαϊκό
επίπεδο καθώς και στο πλαίσιο των
αρμόδιων διεθνών οργανισμών στην
κατεύθυνση της ενίσχυσης της διαφάνειας
στη λειτουργία του χρηματοπιστωτικού
συστήματος, της καταπολέμησης της
μάστιγας των υπεράκτιων εταιριών και
των φορολογικών παραδείσων κ.ά. Διευρύνουμε
τις διακρατικές συμβάσεις και συνάπτουμε
νέες για την κυκλοφορία του μαύρου
χρήματος σύμφωνα και με την αρχή του
«follow the money» (ακολουθήστε το χρήμα) των
υπεράκτιων εταιριών.
--5. Προωθούμε
τον κοινωνικό-δημοκρατικό έλεγχο όλων
των δομών του κράτους, με παρεμβάσεις
όπως η δημιουργία Επιτροπών Κοινωνικού
Ελέγχου, η ενδυνάμωση της διαφάνειας
στη διοίκηση του κράτους και της
δυνατότητας άμεσου ελέγχου των αποφάσεων
από όλους τους πολίτες, η ενίσχυση και
ουσιαστική λειτουργία συναφών θεσμών,
όπως π.χ. ο Συνήγορος του Πολίτη, η
αναβάθμιση και διευκόλυνση του
κοινοβουλευτικού ελέγχου κ.λπ. Αλλάζουμε
ριζικά τον τρόπο συγκρότησης των οργάνων
διοίκησης των δημοσίων φορέων, προωθώντας
το αυτοδιοίκητο και το θεσμό της
δημοκρατικής συμμετοχής των εργαζομένων,
των κατά περίπτωση ωφελούμενων πολιτών,
των εκπροσώπων της Τοπικής Αυτοδιοίκησης
κ.λπ., αντί της σημερινής μετατροπής των
δημόσιων φορέων σε χώρους σταδιοδρομίας
των αποτυχόντων πολιτευτών και κομματικών
στελεχών.
--6α. Συγκροτούμε
νέο θεσμικό πλαίσιο που θα εξασφαλίζει
τον ουσιαστικό έλεγχο του πόθεν έσχες
όλων των πολιτών:
Tο ισχύον
φορολογικό σύστημα διαμορφώθηκε έτσι,
που εκφράζει τις ταξικές επιλογές της
Ν.Δ. και του ΠΑΣΟΚ. Φορτώνει τα φορολογικά
βάρη στις πλάτες των εργαζομένων και
των ασθενέστερων κοινωνικών στρωμάτων,
παραβιάζει κατάφωρα τις συνταγματικές
αρχές της καθολικής και αναλογικής
συμμετοχής των πολιτών στα δημόσια
βάρη, καταλύει κάθε έννοια φορολογικής
ισότητας και δικαιοσύνης και υποθάλπει
μια γενικευμένη φορολογική ανομία και
ασυδοσία που ευνοεί τη φοροκλοπή και
τη λεηλασία των φορολογικών εσόδων από
τους κάθε λογής φοροδιαφεύγοντες και
παραοικονομούντες.
Οι κυβερνήσεις
της Ν.Δ. και του ΠΑΣΟΚ ποτέ δεν εκδήλωσαν
την πολιτική τους βούληση να δημιουργήσουν
ένα φορολογικό σύστημα που να κατανέμει
δίκαια τη φορολογική επιβάρυνση μεταξύ
των πολιτών και σε όλους τους πολίτες
και ποτέ δεν θέλησαν να αναδιοργανώσουν
και να εκσυγχρονίσουν τις φορολογικές
υπηρεσίες και τους ελεγκτικούς μηχανισμούς
του κράτους για τη βελτίωση των φορολογικών
ελέγχων και την αποτελεσματική
καταπολέμηση της φοροδιαφυγής, με την
εισαγωγή νέων θεσμών ελεγκτικής
διαδικασίας, όπως είναι το περιουσιολόγιο.
Έτσι:
Ι. Το
περιουσιολόγιο που προτείνει ο ΣΥΡΙΖΑ-ΕΚΜ
θα αποτελεί βασικό θεσμό του φορολογικού
συστήματος και πυλώνα του ελεγκτικού
μηχανισμού του κράτους που θα υλοποιήσει
τις συνταγματικές αρχές της καθολικής
συμμετοχής των πολιτών στα δημόσια
βάρη, θα αποκαταστήσει την φορολογική
ισότητα και δικαιοσύνη, θα καταστήσει
αποτελεσματική την καταπολέμηση της
φοροδιαφυγής και θα συμβάλει σημαντικά
στην αύξηση δημοσίων εσόδων και την
προστασία των εθνικών πόρων.
Οι κυβερνήσεις
της Ν.Δ. και του ΠΑΣΟΚ ποτέ δεν εκδήλωσαν
την πολιτική τους βούληση να δημιουργήσουν
ένα φορολογικό σύστημα που να κατανέμει
δίκαια τη φορολογική επιβάρυνση μεταξύ
των πολιτών και σε όλους τους πολίτες
και ποτέ δεν θέλησαν να αναδιοργανώσουν
και να εκσυγχρονίσουν τις φορολογικές
υπηρεσίες και τους ελεγκτικούς μηχανισμούς
του κράτους για τη βελτίωση των φορολογικών
ελέγχων και την αποτελεσματική
καταπολέμηση της φοροδιαφυγής, με την
εισαγωγή νέων θεσμών ελεγκτικής
διαδικασίας, όπως είναι το περιουσιολόγιο.
Με το νέο περιουσιολόγιο, ο προσδιορισμός
του μεγέθους της φοροδιαφυγής μετατοπίζεται
από τη φορολογική αρχή στο φορολογούμενο,
ενώ κάθε φορολογικό στοιχείο που δεν
θα καταγράφεται σε αυτό θα αποτελεί
αντικείμενο φοροδιαφυγής, το μέγεθος
της οποίας προσδιορίζεται από την αξία
του περιουσιακού στοιχείου που δεν
δηλώθηκε με ευθύνη του ίδιου του
φορολογούμενου και όχι από τη φορολογική
αρχή.
ΙΙ. Η φορολογική
δήλωση θα αντικαθιστά οποιαδήποτε
υπάρχουσα δήλωση «πόθεν έσχες» για
οποιονδήποτε.
ΙΙΙ. Κάθε
αλλαγή της περιουσιακής κατάστασης των
φορολογουμένων θα πρέπει:
να
αποδεικνύεται από νόμιμο παραστατικό
να
δικαιολογείται από τα εισοδήματά τους,
όπως αυτά αποτυπώνονται στις ετήσιες
δηλώσεις φορολογίας εισοδήματος.
στα
περιουσιακά στοιχεία που δεν πληρούνται
οι παραπάνω προϋποθέσεις να επιβάλλονται
τα προβλεπόμενα πρόστιμα και προσαυξήσεις
του Κώδικα Φορολο-γικής Διαδικασίας (η
κλιμάκωση των προστίμων και των
προσαυξήσεων είναι ανάλογη του μεγέθους
της φοροδιαφυγής.
ΙV. Με το
ετήσιο εκκαθαριστικό υπολογίζεται και
το κεφάλαιο που μεταφέρεται για τα
επόμενα χρόνια, ώστε να δικαιολογηθεί
οποιοδήποτε τεκμήριο.
V. Για όσους
λαμβάνουν έσοδα-εισόδημα ή μισθό από
το Ελληνικό Δημόσιο προβλέπονται
ταχύτερες διαδικασίες και εξετάζονται
κατ' εξαίρεση σε σύντομο χρονικό διάστημα
οι υποθέσεις που αφορούν διαφορά μεταξύ
των ποσών που δικαιολογούνται από τις
φορολογικές τους δηλώσεις και από την
προσαύξηση της περιουσίας τους. Κατά
προτεραιότητα προωθείται η κατάσχεση
περιουσιακών τους στοιχείων σε περίπτωση
που δεν μπορεί να δικαιολογηθεί η διαφορά
αυτή.
VI. Όσοι
υπάγονται στη δικαιοδοσία του φορολογικού
συστήματος της Ελλάδος εξουσιοδοτούν
(με την ετήσια φορολογική τους δήλωση)
το Δημόσιο να δεσμεύει οποιαδήποτε
κατάθεση, επενδυτικό προϊόν, συμμετοχή
σε εταιρεία κλπ διαπιστωθεί οποτεδήποτε
στο εξωτερικό, χωρίς να έχουν ενημερωθεί
οι φορολογικές υπηρεσίες της Ελλάδας
για την ύπαρξή τους. Η δέσμευση ακυρώνεται
μόνο, εφόσον αποδειχθεί, ότι τα συγκεκριμένα
χρήματα, προέρχονται από θετικό υπόλοιπο
φορολογικής δήλωσης, ενώ θα επιβάλλονται
οι προβλεπόμενες, για την απόκρυψη
περιουσιακών στοιχείων, ποινές.
VII. Οι διατάξεις
του πειθαρχικού και ποινικού δικαίου
που ισχύουν για τους εφοριακούς, να
ισχύουν και για τους βουλευτές, τα μέλη
της κυβέρνησης, τους διοικητές οργανισμών,
τους περιφερειάρχες κτλ.
VIII. Οι Τράπεζες,
η επιτροπή Κεφαλαιαγοράς, οι θεματοφύλακες
επενδυτικών προϊόντων κτλ. υποχρεώνονται
να ενημερώνουν τις φορολογικές υπηρεσίες
(όταν αυτές τους το ζητούν) με ειδική
ηλεκτρονική φόρμα:
Την ίδια
ημέρα, για τα υπόλοιπα των τραπεζικών
καταθέσεων καθώς και για λοιπά αρχεία
που έχουν στη διάθεση τους σε ηλεκτρονική
μορφή.
Εντός 30
ημερών, για αρχεία που δεν είναι σε
ηλεκτρονική μορφή.
IX. Κατάργηση
όλων των απαράδεκτων εξαιρέσεων από το
πόθεν έσχες, που ισχύουν σήμερα.
--6β. Διαρκής
ελεγκτική διαδικασία του πόθεν έσχες
με τη δημιουργία ειδικής υπηρεσίας
ελέγχου του πόθεν έσχες, που θα είναι
επαρκώς στελεχωμένη, θα έχει στη διάθεση
της, όλη τη σύγχρονη υλικοτεχνική υποδομή
και ένα αναμορφωμένο θεσμικό πλαίσιο
με στόχο την πλήρη και ταχεία ολοκλήρωση
των ελέγχων πόθεν έσχες. Ο έλεγχος των
παρακάτω κατηγοριών φορολογούμενων,
χωρίς προφανώς να εξαντλεί το δείγμα
του ελέγχου, θεωρείται εκ των ων ουκ
άνευ και επιβάλλεται σε: όλους όσους
μετέφεραν μεγάλα χρηματικά ποσά εκτός
χώρας τα τελευταία χρόνια, σε διευθυντές,
συμβούλους και μέλη Διοικητικών
Συμβουλίων των μεγάλων Α.Ε και ΕΠΕ, σε
εργολάβους δημοσίων έργων και
κατασκευαστές, στο σύνολο των πολιτικών
πρόσωπων στην περίοδο της μεταπολίτευσης,
σε δημοσιογράφους, σε μεγαλοστελέχη
τραπεζικών ιδρυμάτων και χρηματιστηριακών
εταιριών, στα υψηλόβαθμα στελέχη της
δημόσιας διοίκησης (Γενικοί Γραμματείς
Υπουργείων, Διευθυντές, Σύμβουλοι,
κλπ.), σε δημόσιους υπαλλήλους (σε θέσεις
ελέγχου ή σε θέσεις προμηθειών), σε
ιδιοκτήτες ΜΜΕ, σε υποκρυπτόμενα πρόσωπα
σε υπεράκτιες εταιρίες.
Β. Πρόληψη
της διαφθοράς και της διαπλοκής
--1α. Δημιουργούμε
ένα πλαίσιο διαφάνειας στη λειτουργία
και στα οικονομικά των πολιτικών
κομμάτων. Θεσπίζουμε σταθερούς κανόνες
οικονομικής λειτουργίας των πολιτικών
κομμάτων, ώστε η κρατική χρηματοδότηση
να διασφαλίζει την ομαλή τους λειτουργία,
τον επί ίσοις όροις ανταγωνισμό τους
και τον πλουραλισμό και να μη χρησιμοποιείται
ως μηχανισμός αναπαραγωγής των
κατεστημένων συσχετισμών. Προωθούμε
μία συνολική ρύθμιση/κωδικοποίηση σε
ένα «καταστατικό νομοθέτημα» του δικαίου
των πολιτικών κομμάτων (οικονομικά,
προϋποθέσεις και διατυπώσεις νόμιμης
λειτουργίας πολιτικού κόμματος, προβολή
και σχέση των πολιτικών κομμάτων με τα
ΜΜΕ κ.ο.κ.). Αναμορφώνουμε το πλαίσιο του
τραπεζικού δανεισμού των πολιτικών
κομμάτων, με τη θέσπιση ανώτατου ορίου
δανεισμού, απαγόρευση του μακροπρόθεσμου
δανεισμού και περιορισμό του μόνο στην
κάλυψη βραχυπρόθεσμων και μεσοπρόθεσμων
αναγκών και γενική απαγόρευση δανειοδότησης
πάνω από ένα μικρό μέρος της κρατικής
χρηματοδότησης, με προληπτικές δικλείδες
σε περίπτωση παραβάσεων τόσο για τους
υπευθύνους των κομμάτων, όσο και για
τις τράπεζες και τις διοικήσεις τους.
Προωθούμε τον πλήρη έλεγχο και διαφάνεια
για τα οικονομικά των πολιτικών κομμάτων,
τόσο σε σχέση με την κρατική, όσο και σε
σχέση με την ιδιωτική χρηματοδότησή
τους. Προχωράμε στη διαμόρφωση ενός
ελεγκτικού μηχανισμού με ενισχυμένο
κοινωνικό χαρακτήρα, στον οποίο εκτός
των βουλευτών και δικαστών, θα συμμετέχουν
και ειδικοί επιστήμονες/ εμπειρογνώμονες
καθώς και κοινωνικοί φορείς και εκπρόσωποι
της κοινωνίας των πολιτών και ο οποίος
θα επιτελεί διπλή λειτουργία, αφ’ ενός
ελεγκτική (με αναγνώριση λειτουργικής
και προσωπικής ανεξαρτησίας των μελών
του, ευρύτατη δικαιοδοσία και δυνατότητα
να αναζητά και να έχει πρόσβαση σε
στοιχεία, εκτεταμένη δημοσίευση της
ετήσιας έκθεσής του κ.λπ.) και αφ’ ετέρου
γνωμοδοτική (με έλεγχο και διαρκή
αξιολόγηση της αποτελεσματικότητας
των ισχυουσών ρυθμίσεων και κατάθεση
προτάσεων για τη βελτίωση του θεσμικού
πλαισίου). Τροποποιούμε το πλαίσιο των
διοικητικών κυρώσεων και ποινών, προς
την κατεύθυνση της αυστηροποίησής τους.
--1β. Αναθεωρούμε
δραστικά το ισχύον πλαίσιο για την
κάθαρση του πολιτικού συστήματος.
Καταργούμε τον Νόμο περί Ευθύνης Υπουργών
(Ν. 3126/2003), που έχει λειτουργήσει ως όχημα
συγκάλυψης, και προωθούμε την αναθεώρηση
του άρθρου 86 του Συντάγματος στο πλαίσιο
της επόμενης συνταγματικής αναθεώρησης.
Διαμορφώνουμε ένα εντελώς νέο νομοθετικό
πλαίσιο, που θα αίρει την ευνοϊκή ποινική
μεταχείριση των πολιτικών προσώπων,
παρέχοντας μόνο τις ελάχιστες και
απολύτως απαραίτητες ασφαλιστικές
δικλείδες. Καταργούμε την αρμοδιότητα
της Βουλής για την άσκηση ποινικής
δίωξης, υπάγοντας και τα πολιτικά πρόσωπα
στην τακτική αρμοδιότητα του Εισαγγελέα
Εφετών, κατά τις γενικές διατάξεις.
Εισάγουμε ως επιβαρυντική περίσταση
την τέλεση αδικήματος με παθόντα το
Δημόσιο από Υπουργό/Υφυπουργό. Καταργούμε
πλήρως την προβλεπόμενη ειδική παραγραφή
και την αποκλειστική αποσβεστική
προθεσμία των δύο βουλευτικών συνόδων
μετά την τέλεση του αδικήματος, ώστε η
ποινική δίωξη κατά των Υπουργών/Υφυπουργών
να είναι δυνατή καθ’ όλη τη χρονική
περίοδο μέχρι την κανονική παραγραφή
των αδικημάτων τους, κατά τις κοινές
διατάξεις. Αλλάζουμε τη σύνθεση του
Ειδικού Δικαστηρίου, με τη συμμετοχή
σε αυτό του Προέδρου το Αρείου Πάγου, 6
Αρεοπαγιτών και 6 Προέδρων Εφετών, καθώς
και λαϊκών δικαστών (ενόρκων).
--2. Ο
ολιγοπωλιακός και κρατικοδίαιτος
χαρακτήρας των ΜΜΕ στην Ελλάδα, το
σύμπλεγμα δηλ μεταξύ κυβέρνησης,
ιδιοκτητών και τραπεζών, καθιστά ζωτικής
σημασίας τη δημοκρατική μεταρρύθμιση
της θεσμοθέτησης, χρηματοδότησης και
λειτουργίας των ΜΜΕ ώστε να σπάσουμε
το απόστημα της μηντιακής διαπλοκής.
Ενεργοποιούμε άμεσα – αλλά και
τροποποιούμε καταλλήλως – τις διατάξεις
των νόμων που: (α) επιτρέπουν στην Τράπεζα
της Ελλάδος ή στις αρμόδιες εισαγγελικές
αρχές να διενεργούν ελέγχους για την
προέλευση της χρηματοδότησης των
επιχειρήσεων ενημέρωσης, ώστε να είναι
διαφανείς και γνωστές σε όλους οι
συναφείς ροές του χρήματος και (β) ισχύουν
για όλες τις Ανώνυμες Εταιρείες και
προβλέπουν ότι μια ζημιογόνα επιχείρηση
δεν είναι δυνατόν να λειτουργεί επ’
αόριστον χωρίς να ανακεφαλαιοποιείται,
με ταυτόχρονη μέριμνα για την προστασία
των εργαζομένων στον κλάδο. Προχωρούμε
σε επανεξέταση όλων των αδειών από
μηδενική βάση. Αναθεωρούμε το καθεστώς
αδειοδότησης, παραχωρώντας συχνότητες
και σε μη εμπορικά εγχειρήματα. Προωθούμε
νέα ρύθμιση για τη συγκέντρωση στα ΜΜΕ,
που να ανταποκρίνεται στα σημερινά
ελληνικά δεδομένα. Οι τηλεοπτικοί και
ραδιοφωνικοί σταθμοί, οι εφημερίδες
και τα περιοδικά που εκδίδονται στη
χώρα, να έχουν υποχρέωση ειδικής δήλωσης
για την ιδιοκτησιακή τους κατάσταση,
από νομικά πρόσωπα μέχρι την αποκάλυψη
των φυσικών προσώπων που συμμετέχουν
σε αυτά.
--3. Υιοθετούμε
μία θεμελιακά διαφορετική αντίληψη σε
σχέση με τη στελέχωση του κράτους.
Δείχνουμε εμπιστοσύνη στα υπηρεσιακά
στελέχη της δημόσιας διοίκησης και
δημιουργούμε δικλείδες ασφαλείας από
τις πιέσεις που τους ασκεί η εκάστοτε
πολιτική ηγεσία στην άσκηση των καθηκόντων
τους, καθιερώνοντας παράλληλα νέες
διαδικασίες επιλογής τους, ώστε να
δημιουργήσουμε ένα μη πελατειακό σύστημα
ανάδειξής τους. Προκρίνουμε την αξιολόγηση
προσώπων και υπηρεσιών του Δημοσίου,
με συγκεκριμένα μετρήσιμα ποιοτικά και
αντικειμενικά κριτήρια προαγωγών και
αξιολόγησης, με βασικό γνώμονα την
καλύτερη δυνατή εξυπηρέτηση των πολιτών
και όχι στο πλαίσιο μιας ψευδεπίγραφης
και προσχηματικής αξιολόγησης με απώτερο
στόχο την απαξίωση του Δημοσίου και την
άλωσή του από το ιδιωτικό κερδοσκοπικό
κεφάλαιο.
--4. Σε αντίθεση
με νεοφιλελεύθερες προσεγγίσεις που
αντιμετωπίζουν την ιδιωτική διαφθορά
ως ήσσονος σημασίας στη βάση ότι η
«αυτορυθμιζόμενη» αγορά δήθεν τιμωρεί
τέτοια φαινόμενα, αναγνωρίζουμε ότι ο
ιδιωτικός τομέας αποτελεί το αθέατο
θερμοκήπιο της διαφθοράς στη χώρα μας,
καθώς και ότι ο νεποτισμός και η διαπλοκή
αποτελούν φαινόμενα εξίσου διαδεδομένα
όσο και στο δημόσιο βίο.
--5α. Περιορίζουμε
την πολυδιάσπαση των υφιστάμενων
ελεγκτικών μηχανισμών και των ιδιαίτερων
Σωμάτων Επιθεώρησης και ελέγχου (τα
οποία παρουσιάζουν σοβαρές αδυναμίες
στο συντονισμό και τη δράση τους), με
την καθιέρωση ενιαίου συστήματος
εσωτερικού ελέγχου όλης της Δημόσιας
Διοίκησης για την αντιμετώπιση των
επικαλύψεων των επιθεωρήσεων και των
ελέγχων και για την εξασφάλιση της
αποδοτικότητας των εσωτερικών και
εξωτερικών ελέγχων.
Η Γενική
Επιθεώρηση Δημόσιας Διοίκησης θα
εποπτεύει και θα συντονίζει όλα τα
ελεγκτικά σώματα και τις υπηρεσίες
εσωτερικού ελέγχου, τα οποία θα
αυτονομηθούν από την κεντρική οργάνωση
της διοίκησης με σκοπό την τήρηση της
νομιμότητας με τήρηση κανόνων διαφάνειας,
την εξυπηρέτηση του δημοσίου συμφέροντος
και την παροχή υψηλής ποιότητας υπηρεσιών
στους πολίτες. Η λειτουργία και δράση
των ελεγκτικών σωμάτων και των υπηρεσιών
επιθεώρησης και ελέγχου θα στηρίζεται
στην αυτοτέλεια και την αυτονομία και
θα επιδιώκει την επίτευξη προσδιορισμένων
στόχων αξιοποιώντας το εξειδικευμένο
προσωπικό στο οποίο θα στηρίζεται.
Ο «έλεγχος»
οφείλει να είναι και «ελεγχόμενος» ώστε
να διασφαλίζεται η λειτουργία του υπέρ
του δημοσίου συμφέροντος και του λαού
και όχι προς την ικανοποίηση ιδιοτελών
συμφερόντων ή την αναπαραγωγή της
γραφειοκρατίας. Το κράτος οφείλει να
σφραγίζει τη δημοκρατική νομιμοποίηση
των επικεφαλής ελέγχου μέσω της εποπτείας
της επιλογής τους από το κοινοβούλιο
και την επιδίωξη για την ευρύτερη δυνατή
αποδοχή τους από τα κόμματα και την
κοινωνία. Κανόνες διαφάνειας θα τηρούνται
και στην επιλογή του εξειδικευμένου
προσωπικού τους με τη συμμετοχή στη
διαδικασία και εξωτερικών παραγόντων
ως εγγυητών π.χ. ΑΣΕΠ, εκπρόσωποι
ανεξάρτητων αρχών.
--5β. Προωθούμε
άμεσα μία μεγάλη μεταρρύθμιση για την
άρση της πολυνομίας, την αποσαφήνιση
και απλοποίηση του νομικού-διοικητικού
συστήματος, την κωδικοποίηση των
ισχυουσών ρυθμίσεων. Μεσοπρόθεσμα,
αξιοποιούμε τις δυνατότητες των νέων
τεχνολογιών ώστε να διαμορφώσουμε μία
δημόσια βάση πληροφοριακών δεδομένων
για την ισχύουσα νομοθεσία.
--6. Αναθεωρούμε
το θεσμικό πλαίσιο που διέπει τις
δημόσιες συμβάσεις (δημόσια έργα,
προμήθειες αγαθών και υπηρεσιών,
συμβάσεις παραχώρησης και συμπράξεις
δημόσιου – ιδιωτικού τομέα), στο πλαίσιο
πάντοτε και της αντίστοιχης κοινοτικής
νομοθεσίας.
Ενισχύουμε
και διευρύνουμε τους θεσμούς κοινωνικού
ελέγχου, διαφάνειας και δημοσιότητας
σε όλα τα στάδια, από τη μελέτη σκοπιμότητας,
τις τεχνικές προδιαγραφές και την
προκήρυξη μέχρι την παραλαβή και την
πληρωμή κάθε έργου και προμήθειας.
Αποσαφηνίζουμε και αυστηροποιούμε τους
όρους σχεδιασμού και εκτέλεσης των
δημοσίων συμβάσεων προκειμένου να
αποφευχθούν φαινόμενα «φωτογραφικών»
προκηρύξεων, καθυστερήσεων στη δημοσίευση
των αποφάσεων ανάθεσης έργων, επιλεκτικής
εφαρμογής των συμφωνηθέντων από τα
εμπλεκόμενα μέρη, απαιτήσεων επέκτασης
των συμβάσεων εκ μέρους των αναδόχων
προκειμένου να παραδώσουν ή να πράξουν
τα αυτονόητα κλπ. καθώς και τη δυνατότητα
κακόβουλης κατάτμησης των συμβάσεων
έργων και προμηθειών. Σε κάθε περίπτωση,
λαμβάνουμε υπόψη τα μεγέθη και τις
γενικότερες δυνατότητες και δεξιότητες
των ελληνικών επιχειρήσεων, ιδίως των
μικρών και των μεσαίων.
Στοχεύοντας
σε ένα αντικειμενικό και διαφανές
θεσμικό πλαίσιο διεξαγωγής των δημοσίων
διαγωνισμών, θα εργαστούμε για την
ενίσχυση του Προγράμματος «Διαύγεια»
καθώς και για τη συγκρότηση ενός
ολοκληρωμένου συστήματος ηλεκτρονικών
συμβάσεων από την προκήρυξη ως την
ολοκλήρωση ενός έργου, με τυποποίηση
και προδιαγραφές, αναθεωρώντας το νομικό
πλαίσιο δημοσίων έργων ειδικά σε ό,τι
αφορά τις μελέτες, τα συστήματα
δημοπράτησης, το στάδιο της εκτέλεσης
αλλά και την παραλαβή.
Ενισχύουμε
και καθιστούμε ουσιαστικό και
αποτελεσματικό το δημοσιονομικό έλεγχο.
Απλοποιούμε, ενοποιούμε και τυποποιούμε
τους ελέγχους, με ταυτόχρονη ενίσχυση
των αρμόδιων ελεγκτικών μηχανισμών.
Αναβαθμίζουμε το ρόλο της Βουλής μέσω
ειδικής κοινοβουλευτικής επιτροπής η
οποία θα εξετάζει και θα αξιολογεί
δημόσιες συμβάσεις μεγάλης εθνικής/κοινωνικής
σημασίας ή μεγάλης οικονομικής αξίας,
παρέχοντας ταυτόχρονα την απαραίτητη
τεχνική και επιστημονική υποστήριξη
ώστε αυτή η επιτροπή να είναι σε θέση
να έχει ουσιαστικό ρόλο. Παράλληλα,
αναβαθμίζουμε υλικοτεχνικά και ουσιαστικά
τη Δικαιοσύνη (τα διοικητικά και πολιτικά
δικαστήρια), ώστε να έχει τη δυνατότητα
να επιλύει άμεσα τις σχετικές διαφορές.
Δημιουργούμε ένα θεσμικό πλαίσιο που
να εξασφαλίζει την άμεση επανόρθωση
της περιουσιακής ή άλλης (in rem) αποκατάστασης
τυχόν βλάβης του Δημοσίου, στις περιπτώσεις
«αμαρτωλών» συμβάσεων.
--7. Σε ό,τι
αφορά τις προμήθειες αμυντικού υλικού,
λόγω της στενής τους σχέσης με τη
στρατηγική ασφάλειας της χώρας θεσπίζουμε
μια νέα στρατηγική προμηθειών: καθιερώνουμε
τον προγραμματισμό, μεταβιβάζουμε
εξουσίες και αρμοδιότητες που αφορούν
τον προγραμματισμό και την ενεργοποίηση
επιμέρους εξοπλιστικών προγραμμάτων,
από το στενό πυρήνα της εκτελεστικής
εξουσίας που ανήκουν σήμερα στο
κοινοβούλιο, θεσπίζουμε την υποχρεωτική
ενημέρωση της αρμόδιας επιτροπής του
κοινοβουλίου για την πρόοδο υλοποίησης
των σχετικών συμβάσεων, θεσπίζουμε τη
δυνατότητα συγκρότησης επιτροπών
εμπειρογνωμόνων για την ενίσχυση του
έργου των αρμόδιων επιτροπών του
κοινοβουλίου και, τέλος, θεσπίζουμε
ανεξάρτητη αρχή με εξουσία ελέγχου και
παρακολούθησης των συμβάσεων αλλά και
του συνόλου των οικονομικών δραστηριοτήτων
της Άμυνας.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου