Πέρασαν για πάντα οι παλιές ιδέες, οι παλιές αγάπες
Η ζωή αλλάζει δίχως να κοιτάζει τη δική σου μελαγχολία
Κι έρχεται η στιγμή για ν' αποφασίσεις με ποιους θα πας και ποιους θ' αφήσεις.

Εδώ και πάνω από 30 χρόνια, ΠΑΣΟΚ και Ν.Δ. εναλλάσσονται στην εξουσία μέσα σε ένα επικοινωνιακό σκηνικό τεχνητής πόλωσης. Η ιδεολογική σύγκλιση μεταξύ των δύο κομμάτων συνετελέσθη υπό το βάρος της έλξης ενός ισχυρότατου νεοφιλελεύθερου μαγνήτη τον οποίο κρατούσαν κοινά επιχειρηματικά χέρια. Οι μόνες αποχρώσεις ιδεολογικής απόκλισης εντοπίζονταν στην ατζέντα κοινωνικών ζητημάτων. Αλλά ακόμα κι εκεί οι διαφορές υπήρξαν είτε στείρα ρητορικές είτε για ζητήματα ελάσσονος σημασίας (π.χ. αναγραφή θρησκεύματος στις ταυτότητες).
Σήμερα είναι η πρώτη πολιτική περίοδος, μετά το 1981, όπου η πόλωση μεταξύ των δύο κομμάτων εξουσίας, ΣΥΡΙΖΑ και Ν.Δ., αποκτά αμιγώς ιδεολογικά χαρακτηριστικά. Σίγουρα δεν έχει τα χαρακτηριστικά που της προσδίδουν τα συστημικά ΜΜΕ, ούτε είναι τεχνητή, όπως συχνά ακούγεται. Δεν έχουμε από τη μία το κόμμα της ευθύνης, της αστικής τάξης και ασφάλειας (Ν.Δ. - ΠΑΣΟΚ) και από την άλλη το κόμμα της ανευθυνότητας, της αναρχίας και τους χάους (ΣΥΡΙΖΑ). Αυτή είναι η καρικατούρα της πόλωσης που προσπαθούν με φθίνουσα πειστικότητα να επικοινωνήσουν τα συστημικά ΜΜΕ.
Η σημερινή πόλωση μεταξύ ΣΥΡΙΖΑ και Ν.Δ. εκπορεύεται από δύο εκ διαμέτρου αντίθετες πολιτικές φιλοσοφίες:
α) Ο ΣΥΡΙΖΑ προτείνει ένα οικονομικό μοντέλο αναδιανομής του πλούτου προς τα κάτω και θέτει ως απόλυτη προτεραιότητα την προστασία των πιο αδύναμων στρωμάτων (αντι-λιτότητα και εξισωτική -egalitarian- ανάπτυξη). Η Ν.Δ. - ΠΑΣΟΚ εφαρμόζει ένα οικονομικό μοντέλο αναδιανομής του πλούτου προς τα πάνω και θέτει ως απόλυτη προτεραιότητα την προστασία των πιο ισχυρών και του επιχειρηματικού ιμπεριαλισμού (λιτότητα και νεοφιλελεύθερη ανάπτυξη).
β) Ο ΣΥΡΙΖΑ επιδιώκει την άμεση αποκατάσταση των μεγάλων αδικιών ώστε να δημιουργήσει μια κοινωνία με μεγαλύτερη συνοχή και (ψυχολογική) σταθερότητα. Η Ν.Δ. - ΠΑΣΟΚ δημιουργεί και ανέχεται τις μεγάλες αδικίες για χάρη της οικονομικής σταθερότητας, ώστε, όταν αυτή επέλθει, να μπορέσει να αποκαταστήσει τις μεγάλες αδικίες της λιτότητας (σχήμα οξύμωρο).
γ) Ο ΣΥΡΙΖΑ υπόσχεται τον χωρισμό κράτους - Εκκλησίας, προτάσσει την προστασία και την ήπια αξιοποίηση του περιβαλλοντικού και φυσικού πλούτου, αρνείται να ξεπουλήσει το νερό και τις παραλίες, οραματίζεται την προοδευτική ριζοσπαστικοποίηση της κοινωνίας.
Η Ν.Δ. - ΠΑΣΟΚ μέσω και του 500άρικου που μοίρασε στοχεύει στην ανανέωση των όρκων πίστης και συμμαχίας με τα πιο συντηρητικά κομμάτια της κοινωνίας. Ευρισκόμενη σε κοντόφθαλμο ωφελιμιστικό (utilitarian) και νεοφιλελεύθερο οίστρο προτίθεται να τσαλακώσει την ομορφιά της χώρας στον βωμό ιδιωτικών συμφερόντων και είναι έτοιμη να ξεπουλήσει το νερό και τις παραλίες - φιλέτα. Τέλος, οραματίζεται τη συντηρητικοποίηση της κοινωνίας ευαγγελιζόμενη την ασφάλεια που προσφέρει ένα αστυνομοκρατούμενο κράτος - τιμωρός με ιδεολογικό πρόσημο.
Η δημιουργία αυτού του σκηνικού ιδεολογικής πόλωσης δεν είναι επίπλαστη. Αντιθέτως, μετά από πολλές δεκαετίες, γεννιέται αυθεντικά από τη μήτρα πραγματικών κοινωνικών και οικονομικών διλημμάτων σχετικά με την πορεία της χώρας. Η πόλωση δεν επελέγη από τον ΣΥΡΙΖΑ και τη Ν.Δ. - ΠΑΣΟΚ ως μοχλός συσπείρωσης των εν δυνάμει ψηφοφόρων τους. Αντιθέτως, επεβλήθη από την πραγματικότητα και αναπόδραστα βρήκε εκφραστές στα δύο σημερινά κόμματα εξουσίας.
Το στρατηγικό λάθος του Κέντρου -ΔΗΜ.ΑΡ., Ποτάμι, Ελιά- συνοψίζεται στην αδυναμία τους να αντιληφθούν ότι σε περιόδους πραγματικής και όχι τεχνητής πόλωσης εξασθενούν νομοτελειακά οι λογικές "μέσης λύσης" και "τρίτου δρόμου" διότι έχουν καταστεί από την πραγματικότητα μη ρεαλιστικές. Έτσι οι κεντρώοι κήρυκες του ρεαλισμού θέτουν εαυτούς σε πολιτικό υπαρξιακό κενό. Επενδύουν στη διαχείριση της κυανόκρανης ψήφου "νίπτω τας χείρας μου", η οποία αποκτά τον χαρακτήρα ενός ιδιότυπου λευκού φόβου. Στο σημερινό σκηνικό πραγματικής πόλωσης και ρευστότητας, όμως, τίποτα, ούτε καν ο φόβος, δεν μπορεί να έχει στοιχεία σταθερότητας.
Πλέον η επιλογή ιδεολογικού στρατοπέδου επιβάλλεται όχι από τα γραφεία Τύπου της Κουμουνδούρου και της Συγγρού, αλλά από την ίδια την πολιτική συγκυρία, από την ίδια τη ζωή.

* Ο Θωμάς Γιούργας είναι Δρ Φιλοσοφίας στο Πανεπιστήμιο του Εδιμβούργου